Μακροζωία: Ο φυσικός παράγοντας που αυξάνει το προσδόκιμο ζωής
Νέα μελέτη φέρνει αισιόδοξα νέα, καθώς συνδέει το περιβάλλον με τον πιο σημαντικό παράγοντα υγείας: Περισσότερα χρόνια ζωής!
Η σχέση του φυσικού περιβάλλοντος με την καλή ποιότητα της υγείας είναι ήδη γνωστή. Νέα έρευνα υποστηρίζει ότι τα πιθανά οφέλη φτάνουν πιο μακριά από εκεί που πιστεύαμε, εξασφαλίζοντας το πιο σημαντικό απ’ όλα: Περισσότερα χρόνια ζωής! Τα νέα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο Journal of Epidemiology of Community Health.
Ερευνητικοί συνεργάτες από το Πανεπιστήμιο Massey της Νέας Ζηλανδίας, τη Δασική Υπηρεσία USDA του Portland και το Κέντρο Καρκίνου Fred Hutchinson των ΗΠΑ χρησιμοποίησαν τον δείκτη «χαμένων ετών ζωής», θέλοντας να ανακαλύψουν εάν η ύπαρξη φυσικών χώρων στις κατοικημένες περιοχές σχετίζεται ή όχι με μειωμένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου. Συνέλεξαν δεδομένα από το 2016 Scottish Burden of Disease, στο οποίο αντανακλάται το χάσμα μεταξύ της αναμενόμενης και της πραγματικής διάρκειας ζωής ανδρών και γυναικών κάτω των 65 ετών που, τη στιγμή του θανάτου τους, διέμεναν στην Σκωτία.
Οι ερευνητές χώρισαν στη συνέχεια «ζώνες δεδομένων», δηλαδή γεωγραφικές μονάδες νοικοκυριών 500-1000 κατοίκων με παρόμοια κοινωνικά χαρακτηριστικά. Ως φυσικοί χώροι ορίστηκαν πράσινες περιοχές, όπως δάση, γεωργικές εκτάσεις, δέντρα και γρασίδι, μπλε περιοχές, όπως θάλασσα, και εδάφη όπως βράχια και χώμα.
Παρατηρήθηκε ότι οι φτωχότερες περιοχές είχαν το χαμηλότερο μέσο ποσοστό κάλυψης φυσικού χώρου και κήπων (58,5%, 49–65%), ενώ οι άνθρωποι που ζούσαν σε αυτές τις περιοχές κατέγραφαν τα υψηλότερα επίπεδα κακής υγείας.
Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κάθε ενίσχυση του φυσικού τοπίου κατά 10% σε μια περιοχή συσχετίστηκε με 7% μείωση της συχνότητας των πρόωρων θανάτων σε ανθρώπους κάτω των 65 ετών. Παράλληλα, η αύξηση φυσικών χώρων σε υποβαθμισμένες περιοχές μείωσε το χάσμα στο προσδόκιμο ζωής μεταξύ των κατοίκων αυτών των περιοχών και όσων διαμένουν σε εύπορες γειτονιές.
«Δεν μπορούν όλοι να ζουν σε μέρη με υψηλό ποσοστό πρασίνου. Ωστόσο, ακόμη και μέτρια επίπεδα φυσικού περιβάλλοντος φαίνεται να κάνουν τη διαφορά», επισημαίνουν οι ερευνητές, προσθέτοντας ότι «οι φυσικοί χώροι θα πρέπει να αποτελούν σημαντικό χαρακτηριστικό κάθε σχεδιασμού κτιρίου/ανάπτυξης».
Όπως ισχυρίζονται, οι ευεργετικές ιδιότητες του φυσικού περιβάλλοντος στην υγεία εξηγούνται από το γεγονός ότι έχει διαμορφώσει την ανθρώπινη εξέλιξη, διευκολύνει τη σωματική δραστηριότητα, απορροφά τους ατμοσφαιρικούς ρύπους και ενισχύει την ποικιλία των χρήσιμων μικροβίων.
Ωστόσο, αναγνωρίζουν ότι πρόκειται για μια μελέτη παρατήρησης, που δεν μπορεί να παρουσιάσει τη σχέση αιτίου – αποτελέσματος. Επιπλέον, δεν εξετάστηκαν παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα, όπως ο ατομικός τρόπος ζωής των κατοίκων, οι προσωπικές οικονομικές συνθήκες, ο βαθμός αξιοποίησης και η ποιότητα του υπάρχοντος φυσικού τοπίου, η ατμοσφαιρική ρύπανση και η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη.
Ωστόσο, οι μελετητές επισημαίνουν ότι τα ευρήματά τους συγκλίνουν με αυτά άλλων ερευνών και υποστηρίζουν ότι εάν τα ευρήματά τους επαληθευθούν, αυτό «θα μπορούσε να προσφέρει ένα πρόσθετο εργαλείο δημόσιας υγείας, με στόχο τη μείωση των μεγάλων ανισοτήτων στην υγεία που βιώνουν οι άνθρωποι των κατώτερων κοινωνικοοικονομικών στρωμάτων».
Προειδοποιούν, τέλος, ότι: «Εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά κενά γνώσης, όπως ποιες πτυχές του φυσικού περιβάλλοντος είναι προστατευτικές, ποιοι βιολογικοί μηχανισμοί εμπλέκονται και πώς μπορούμε να εφαρμόσουμε πιο αποτελεσματικά αυτή τη γνώση για να μειώσουμε τα προβλήματα που σχετίζονται με την υγεία».