Νίκος Ανδρουλάκης: Από την Κρήτη στη Χαριλάου Τρικούπη μέσω Βρυξελλών
Λάτρης των ταξιδιών, ποδηλάτης και χωρισμένος με ένα παιδί, ο ευρωβουλευτής είναι ο έκτος πρόεδρος στην ιστορία του ΠΑΣΟΚ , με εκλογικό θρίαμβο- Η φοιτητική ζωή στο Δημοκρίτειο, η ένταξή του στην ΠΑΣΠ και η εκτόξευσή του στις κορυφαίες θέσεις του Κινήματος – Η σχέση με τους εκσυγχρονιστές και τον Βενιζέλο, η φράση για τους «100 Τσίπρες» που του έδωσε αναγνωρισιμότητα και η θητεία στο Ευρωκοινοβούλιο που τον ωρίμασε πολιτικά
O Νίκος Ανδρουλάκης, στα 42 του, είναι ο έκτος στη σειρά πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και του Κινήματος Αλλαγής, με μία θριαβευτική νίκη στον β΄γύρο, απένταντι στον πρώην πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου, ο οποίος κινήθηκε πολύ επιθετικά στη εβδομάδα μεταξύ πρώτου και δεύτερου γύρου, καταγγέλλοντας ακόμα και «νοθεία», χωρίς αποτέλεσμα.
O Ανδρουλάκης ήταν μόλις 5 ετών όταν στο πρώτο «επίσημο» συνέδριο του ΠΑΣΟΚ το 1984 οι σταυροί για την Κεντρική Επιτροπή πήγαιναν κι έρχονταν, με τα αποτελέσματα να «διορθώνονται» ώσπου να βγουν τα «σωστά» που επεδίωκε η ομάδα των «προεδρικών».
Ηταν μόλις 10 ετών -και είχε ήδη μετακομίσει με την οικογένειά του στο Ηράκλειο της Κρήτης- την περίοδο του «βρώμικου ’89», όταν ο Γιώργος Παπανδρέου, ο σημερινός του αντίπαλος στον β' γύρο της εκλογής για την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, ερχόταν σε αντιπαράθεση με τον πατέρα του, Ανδρέα Παπανδρέου, για τον γάμο του με τη Δήμητρα Λιάνη.
Ηταν μαθητής Λυκείου, στο Ηράκλειο της Κρήτης, τον Ιούνιο του 1996, όταν ο Κώστας Σημίτης επικρατούσε στο συνέδριο της διαδοχής του Ανδρέα Παπανδρέου: ήταν ακόμα η εποχή που οι πρόεδροι των κομμάτων εκλέγονταν στα συνέδρια – κάτι που θα άλλαζε μόλις οκτώ χρόνια αργότερα, με την πανηγυρική εκλογή του Γιώργου Παπανδρέου από ενάμισι εκατομμύριο πολίτες που έσπευσαν να τον ψηφίσουν παρότι δεν υπήρχε αντίπαλος.
Εναν χρόνο αργότερα, «ο γιος του Μαρίνου», όπως είναι γνωστός επειδή ο πατέρας του είναι προσωπικός φίλος του κ. Σημίτη και πολύ γνωστός στους «εκσυγχρονιστές» του ΠΑΣΟΚ, δίνει Πανελλαδικές και περνά στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Δημοκρίτειου, στην Ξάνθη. Μετά από ένα διάστημα κλασικής φοιτητικής ζωής, με ποτά και ξενύχτια στα «ελληνάδικα» της εποχής, στην πανέμορφη παλιά πόλη της Ξάνθης, ο νεαρός Νίκος κάνει σχέση με την Ελένη Ψαρρού, με την οποία δεν είναι πια μαζί, έχοντας αποκτήσει ωστόσο τον γιο τους, τον Μαρίνο, ο οποίος είναι σήμερα 10 χρονών. Α, και… γράφεται στην ΠΑΣΠ. Η φοιτητική παράταξη του ΠΑΣΟΚ ήταν τότε τρίτη δύναμη στην Ξάνθη, πίσω από τη ΔΑΠ της Νέας Δημοκρατίας και τα «σκληροπυρηνικά» ΕΑΑΚ. Εναν χρόνο αργότερα εκλεγόταν γραμματέας της Οργάνωσής του – και χρειάστηκε να περάσουν 20 χρόνια για να χάσει η ΠΑΣΠ Ξάνθης την πρωτιά. Η οργανωτική του ικανότητα φάνηκε από πολύ νωρίς: είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι ο πυρήνας του πανελλαδικού δικτύου του εντοπίζεται σε συνομηλίκους του φοιτητές του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών της Ξάνθης εκείνης της περιόδου.
Ο Ανδρουλάκης είχε την ατυχία -ή την τύχη, αναλόγως πώς το βλέπει ο καθένας- να γίνει κεντρικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ την εποχή της πτώσης. Επομένως, όλοι οι φίλοι του, ο «μηχανισμός» που κουβαλά έως σήμερα, δεν είχαν τη δυνατότητα να απορροφηθούν από το Δημόσιο, αντίθετα με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν, όταν το κόμμα του έπαιρνε πολύ μεγάλα ποσοστά.
Η απάντησή του σε όλο αυτό -που ήταν πρωτοφανές για το κόμμα του- ήταν επίσης πρωτοφανής: κάλεσε τους φίλους του να εμπλακούν σε επιμελητήρια, τοπική αυτοδιοίκηση, ιδιωτικό τομέα, όπου ήταν δυνατόν, προκειμένου να υπάρχουν και να μπορούν να συμμετέχουν.
Για κάποιον λόγο που είναι ακόμα ανερμήνευτος, οι φίλοι του από την Ξάνθη μπήκαν σε αυτό το «παραμύθι»: ο Χρήστος Σπίρτζης, ο οποίος είναι δέκα χρόνια μεγαλύτερος από τον Ανδρουλάκη, σπούδασε επίσης στην Ξάνθη, αλλά είχε ολοκληρώσει τις σπουδές του όταν εμφανίστηκε στην πόλη ο «μικρός». Αυτό δεν τους εμπόδισε να έχουν πολύ καλή συνεργασία στα εσωτερικά του ΤΕΕ για κάποια χρόνια, πριν τους χωρίσει η επιλογή του Σπίρτζη να μετεγγραφεί στον ΣΥΡΙΖΑ.
Οι υπόλοιποι άκουσαν από τον Ανδρουλάκη στα χρόνια των μνημονίων το κάλεσμα να αποκτήσουν βήμα στους συλλόγους των μηχανικών ή στην Αυτοδιοίκηση ή οπουδήποτε μπορούσαν – και το μπόρεσαν, με αποτέλεσμα τη δεύτερη φορά να είναι πολύ πιο έτοιμοι για τη διεκδίκηση της ηγεσίας του ΚΙΝ.ΑΛ.
Ο Ανδρουλάκης τελείωσε τη σχολή του κανονικά και μπήκε στη διαδικασία να πιάσει δουλειά στην Αθήνα, ενώ η οικογένειά του είχε ήδη ξεκινήσει να δουλεύει στην Κρήτη και στα τουριστικά, αλλά και στις τηλεπικοινωνίες: o πατέρας του ήταν υπάλληλος του ΟΤΕ και πήρε μετάθεση στο Ρέθυμνο στα μέσα της δεκαετίας του ’80, συμπαρασύροντας τη μητέρα του που δούλευε στο υπουργείο Οικονομικών. Το Ρέθυμνο δεν ήταν τότε τόσο κοντά στο Ηράκλειο λόγω της προβληματικής δήθεν «εθνικής οδού», που ένωνε τις δύο πόλεις, αλλά ο πατέρας του δεν είχε τέτοια ζητήματα.
Σημαδιακό συνέδριο
Εχοντας ένα λαμπρό, με την έννοια του πλειοψηφικού, παρελθόν, ο 29χρονος Ανδρουλάκης μεταπήδησε στο κόμμα και πήγε στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ του 2008, όπου βγήκε δεύτερος στην ψηφοφορία για την Κεντρική Επιτροπή, πίσω μόνο από τη Φώφη Γεννηματά…
Εκείνο το συνέδριο ήταν σημαδιακό για το ΠΑΣΟΚ, μια και πραγματοποιήθηκε λίγες ημέρες μετά την ανάδειξη του Αλέξη Τσίπρα στη θέση του προέδρου του Συνασπισμού της Αριστεράς, που ήταν τότε η μεγαλύτερη συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ, μιας εκλογικής συμμαχίας διαφόρων οργανώσεων, κινήσεων και κινημάτων, που προορίζονταν να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας μετά από επτά χρόνια, μαζί με τους Ανεξάρτητους Ελληνες του Πάνου Καμμένου, που δεν υπήρχαν τότε ούτε στα χαρτιά.
Το ΠΑΣΟΚ είχε μόλις περάσει την περιπέτεια της μονομαχίας Παπανδρέου – Βενιζέλου για την ηγεσία, με τις οργανωτικές δυνατότητες του Ανδρουλάκη να αποδεικνύονται λίγες για να αντιμετωπίσουν τον αντίκτυπο που είχε στους ψηφοφόρους η οργίλη αντίδραση του Βαγγέλη Βενιζέλου όταν κάποιος αλαφροΐσκιωτος τον «έλουσε» με έναν καφέ έξω από τα γραφεία της Χαριλάου Τρικούπη.
Είχαν προηγηθεί οι εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2007, με το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου να ηττάται για δεύτερη φορά από τη Ν.Δ. του Κώστα Καραμανλή και μάλιστα να χάνει και δυόμισι μονάδες σε σχέση με τις εκλογές του 2004, μια εξέλιξη που έβαζε στο τραπέζι το ζήτημα της συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος υπό την ηγεσία του Αλέκου Αλαβάνου είχε ανέβει δύο μονάδες. Παράλληλα, το γεγονός ότι ο Αλαβάνος είχε σπεύσει -παρά την εκλογική του επιτυχία- να δώσει το δαχτυλίδι της διαδοχής σε έναν 33χρονο άνοιγε και το ζήτημα της ανανέωσης.
Ο Αλέξης Τσίπρας προσκλήθηκε και πήγε στο συνέδριο για να απευθύνει χαιρετισμό. Τα φλας άστραψαν όταν ο Γιώργος Παπανδρέου πήγε να τον χαιρετήσει, αλλά στους συνέδρους εντυπώθηκε η φράση που είπε από το βήμα ο Ανδρουλάκης: «To ΠΑΣΟΚ έχει 100 Τσίπρες, αλλά ούτε έναν Αλαβάνο». Μια φράση με την οποία κέρδισε αυτομάτως την αναγνωρισιμότητα αλλά και τους σταυρούς.
Η μεγάλη νίκη του Γιώργου Παπανδρέου -που ήταν και η τελευταία εκλογική επιτυχία του ΠΑΣΟΚ- βρήκε τον Νίκο Ανδρουλάκη στο Πολιτικό Συμβούλιο του κόμματος, το οποίο μικρό ρόλο θα είχε τα επόμενα χρόνια, όταν η χώρα έμπαινε στον λαβύρινθο των μνημονίων.
Η καθοριστική χρονιά για τον Ανδρουλάκη ήταν το 2013, λίγους μήνες μετά την εκλογή Βενιζέλου στη θέση του Παπανδρέου, ο οποίος είχε παραιτηθεί από πρωθυπουργός μετά την περιπέτεια του δημοψηφίσματος που ήθελε, αλλά δεν μπόρεσε να διοργανώσει λόγω των σφοδρών αντιδράσεων από Σαρκοζί και Μέρκελ, αμέσως μετά τη συμφωνία για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, στα τέλη Οκτωβρίου του 2011.
Ο Βαγγέλης Βενιζέλος είχε επιχειρηματολογήσει στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ υπέρ της πραγματοποίησης του δημοψηφίσματος -που φάνταζε εκείνη τη στιγμή ως η μοναδική λύση για την παραμονή της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ-, αλλά υπαναχώρησε μετά τις Κάννες, εξωθώντας τον Παπανδρέου σε παραίτηση, ώστε να προχωρήσει η ιδέα της κυβέρνησης Παπαδήμου.
Ο Ανδρουλάκης είχε ήδη εξελιχθεί σε «υπαρχηγό» του Βαγγέλη Βενιζέλου – το «ρεύμα» του οποίου ήταν σε μεγάλο βαθμό οι «εκσυγχρονιστές» της δεκαετίας του ’90. Ηταν μάλιστα τρίτος στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας στις εκλογές του 2012, όταν το ΠΑΣΟΚ έχασε 30 ποσοστιαίες μονάδες, πληρώνοντας βαρύτατο τίμημα για τις περικοπές που έφεραν τα μνημόνια.
Η συνέχεια είναι γνωστή: συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου – Κουβέλη, με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ να προσπαθεί να μειώσει το πρόσθετο πολιτικό κόστος που θα είχε λόγω της συγκυβέρνησης με τη «Δεξιά», τοποθετώντας για πολλούς μήνες στην κυβέρνηση μη πολιτικά πρόσωπα. Αυτό ωστόσο είχε ως αποτέλεσμα να υπάρξουν εσωτερικές εντάσεις στο ΠΑΣΟΚ, καθώς αντέδρασαν οι «υπουργίσιμοι» βουλευτές, όπως ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης και ο Ανδρέας Λοβέρδος. Ηταν η εποχή του περιβόητου 4-2-1 στη «μοιρασιά» των θέσεων εξουσίας.
Σε αυτό το σκηνικό -και ενώ οι δημοσκοπήσεις γίνονταν όλο και πιο δυσμενείς για το ΠΑΣΟΚ- πραγματοποιήθηκε το συνέδριο του 2013, όπου ο Ανδρουλάκης μαζί με τον Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο αιφνιδίασαν τους πάντες, προτείνοντας τη θέσπιση ασυμβίβαστου μεταξύ κρατικής θέσης και κομματικού αξιώματος. Στην ψηφοφορία που ακολούθησε, η πρόταση έγινε δεκτή με πολύ μεγάλη πλειοψηφία, παρά το γεγονός ότι η αποδοχή της σήμαινε τον «αποκεφαλισμό» κάποιων στενών συνεργατών του Βαγγέλη Βενιζέλου.
Στη θέση του γραμματέα
Εννοείται ότι ο Ανδρουλάκης εξελέγη πρώτος στην Κεντρική Επιτροπή και στη συνέχεια προτάθηκε από τον Βενιζέλο για τη θέση του γραμματέα του κόμματος, για να ακολουθήσει η πανηγυρική εκλογή του. Ωστόσο, η συγκατοίκηση στη Χαριλάου Τρικούπη δεν ήταν ανέφελη, μια και οι δυο τους δεν ανέπτυξαν κάποια ιδιαίτερη προσωπική σχέση, παρότι ο Βενιζέλος συγκαταλέγει ανάμεσα στα στελέχη που ο ίδιος προώθησε και τον τότε γραμματέα.
Ακόμα και ο «πρωινός καφές» του Βενιζέλου δεν αποτελείτο από στελέχη του «κλίματος» Ανδρουλάκη. Από κάποια στιγμή και μετά, η ιδέα της Ευρωβουλής άρχισε να στριφογυρίζει στο μυαλό του γραμματέα. Τα πράγματα ωστόσο γίνονταν όλο και χειρότερα για το ΠΑΣΟΚ, το οποίο μετασχηματίστηκε σε «Ελιά» εν όψει των ευρωεκλογών του 2014: εκείνες οι κάλπες θα ήταν το πρελούδιο της προεδρικής εκλογής και θα αποδεικνυόταν η «μοιραία δοκιμασία» για τη συγκυβέρνηση, που είχε εν τω μεταξύ χάσει τη ΔΗΜ.ΑΡ., πράγμα που πρόσθεσε πολιτικό κόστος κυρίως στην πλευρά του ΠΑΣΟΚ, μια και είχε να υπερασπιστεί εντελώς αντιδημοφιλείς πολιτικές, όπως ο ΕΝΦΙΑ.
Οι ευρωεκλογές αποδείχτηκαν σημείο καμπής για την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, μια και οι ψηφοφόροι έδωσαν την πρωτιά στον ΣΥΡΙΖΑ. Μάλιστα, η Ελιά -η παραλλαγή του ΠΑΣΟΚ που ήθελε να τονίσει τον κεντροαριστερό χαρακτήρα του- έχασε και την τρίτη θέση, μια και η Χρυσή Αυγή κεφαλαιοποιούσε την οργή που επικρατούσε σε μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Ωστόσο, για δύο στελέχη του ΠΑΣΟΚ οι ευρωκάλπες ήταν ένα εισιτήριο διαφυγής από τη σκληρή πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα: με το 8% που πήρε, το κόμμα εξέλεξε δύο ευρωβουλευτές. Ηταν η πρώτη φορά που οι ευρωβουλευτές δεν διορίστηκαν αλλά εξελέγησαν – με πανελλαδική εκστρατεία.
Ο Ανδρουλάκης είχε ήδη ένα πανελλαδικό δίκτυο, το οποίο μάλιστα χρειάστηκε να βάλει τα δυνατά του, μια και ο ίδιος αντιμετώπισε κατά την προεκλογική περίοδο ένα πρόβλημα υγείας και χρειάστηκε να νοσηλευτεί. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι ήταν ο γραμματέας του ΠΑΣΟΚ εκείνη την εποχή αποτέλεσε το δυνατό του χαρτί, παρά το γεγονός ότι ήρθε δεύτερος στην κατάταξη, μετά την Εύα Καϊλή, την οποία θα προσπερνούσε στις ευρωεκλογές του 2019, χάνοντας ωστόσο την υποστήριξή της, μια και η ευρωβουλευτής, που είχε στηρίξει Ανδρουλάκη το 2017, τώρα στάθηκε δίπλα στον Ανδρέα Λοβέρδο.
Ως ευρωβουλευτής, ο Ανδρουλάκης κράτησε και τη θέση του γραμματέα του κόμματος έως το συνέδριο του καλοκαιριού του 2015: ο Βαγγέλης Βενιζέλος είχε παραιτηθεί, αφού το κόμμα είχε πάρει το χαμηλότερο ποσοστό στην ιστορία του τον Ιανουάριο εκείνης της χρονιάς, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα σάρωσε στις εθνικές εκλογές που είχε προκαλέσει, αρνούμενος να συναινέσει στην προεδρική εκλογή. Η Φώφη Γεννηματά είχε νικήσει στην εσωκομματική εκλογή – και είχε έρθει η ώρα της διαδοχής του Ανδρουλάκη: σε συμφωνία με τη Γεννηματά, ο επόμενος γραμματέας ήταν ο… Ανδρουλάκης με άλλο επίθετο, δηλαδή ο στενός του συνεργάτης Στέφανος Ξεκαλάκης, ο οποίος παραμένει, όπως και πολλοί άλλοι , στο στενό του επιτελείο και «τρέχει» για την εκλογή του.
Ιδιότυπη σχέση
Μπορεί η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά να μην… άντεξε περισσότερο από έναν χρόνο την παρουσία του Ξεκαλάκη στη Χαριλάου Τρικούπη, αλλά η αρχική συμφωνία της με τον Ανδρουλάκη επιβεβαιώνει μία ιδιότυπη σχέση, που ήταν προφανώς ανταγωνιστική, αλλά κατέληγε με τον Ανδρουλάκη να ακολουθεί πάνω-κάτω τη γραμμή της, τουλάχιστον δημοσίως, «για το καλό της παράταξης».
Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, που παραλίγο θα διέλυε το Κίνημα Αλλαγής λόγω της θετικής στάσης που είχε για αυτήν το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη και η ομάδα Θεοχαρόπουλου από τη ΔΗΜ.ΑΡ., είχε πραγματοποιηθεί η περιβόητη συνάντηση της Φώφης Γεννηματά με τους υποψήφιους αρχηγούς της εκλογής του 2017.
Από εκείνη τη συνάντηση είχε βγει ένα «σκορ» 5-1: εν ολίγοις, ότι η Γεννηματά είχε μείνει μόνη στο «όχι» απέναντι σε 5 «ναι» στις Πρέσπες, κάτι που ποτέ δεν επιβεβαίωσε ο Ανδρουλάκης, ο οποίος απέφυγε και στην τηλεμαχία να απαντήσει για το θέμα, παρότι προκλήθηκε δύο φορές από τον Ανδρέα Λοβέρδο.
Ο ίδιος ο Ανδρουλάκης, που λατρεύει τα ταξίδια, έχει ήδη ταξιδέψει σε 50 χώρες και σκοπεύει να επισκεφθεί άλλες τόσες, εξομολογείται ότι αν δεν είχε κάνει το βήμα της Ευρωβουλής δεν θα είχε πετύχει τίποτε από όσα είχε ως στόχο. Και είναι αλήθεια ότι ακόμα και εσωκομματικοί του αντίπαλοι σημειώνουν τώρα ότι «έχει ωριμάσει», μετά την τριβή που είχε στα «ευρωπαϊκά σαλόνια».
Πολλοί αναρωτιούνται πώς θα είναι το αύριο του Κινήματος Αλλαγής με τον Νίκο Ανδρουλάκη στην ηγεσία. Φυσικά, όλα θα κριθούν εκ του αποτελέσματος – αλλά ο ίδιος παραπέμπει στο γερμανικό SPD.
Μιλά συνεχώς για τη σοσιαλδημοκρατία – δηλώνει «περήφανος σοσιαλδημοκράτης» και πολιτικά είναι πιο κοντά στον Κώστα Σημίτη παρά σε οποιονδήποτε άλλον και τα αισθήματα μάλλον είναι αμοιβαία: λίγο πριν από τις ευρωεκλογές του 2014, ο πρώην πρωθυπουργός έλεγε σε φιλική παρέα ότι το Ευρωκοινοβούλιο θα βοηθούσε τον Ανδρουλάκη να «φτιάξει» το βιογραφικό του και να γίνει πιο πολιτικός – μια και η έως τότε εμπειρία του περιοριζόταν στα στενά πλαίσια του ΠΑΣΟΚ, που δεν περνούσε και τις καλύτερες ώρες του.
Η σχέση του με τους «παπανδρεϊκούς» του ΠΑΣΟΚ ήταν πάντοτε ανταγωνιστικές, όπως ήταν και παραμένουν για τους περισσότερους από εκείνους που ανέβηκαν στο άρμα του εκσυγχρονισμού: μπορεί ο Κώστας Σημίτης να έδωσε εξ ανάγκης -δεν ήθελε να ηττηθεί από τον Κώστα Καραμανλή στις εκλογές του 2004- το δαχτυλίδι της διαδοχής στον Γιώργο Παπανδρέου, αλλά στην εσωκομματική εκλογή του 2007 οι περισσότεροι «εκσυγχρονιστές», όπως ο Ανδρέας Λοβέρδος, για παράδειγμα, είχαν πάρει το μέρος του Βαγγέλη Βενιζέλου.
Για τον Νίκο Ανδρουλάκη υπήρχε και ακόμα ένας λόγος – την προηγούμενη χρονιά η ομάδα του είχε νικήσει στις εκλογές της Νεολαίας ΠΑΣΟΚ, αλλά ο Γιώργος Παπανδρέου αποφάσισε ξαφνικά να την… καταργήσει.