Νεκταρία Γιαννουδάκη: «Λύγισε» περιγράφοντας τον σασμό της οικογένειάς της
«Η μητέρα μου είδε τον θείο της να ξεψυχάει»
O “Σασμός” ένα από τα πιο παλιά “έθιμα” της Κρήτης έγινε ευρέως γνωστό στην υπόλοιπη χώρα μέσα από την ομώνυμη τηλεοπτική σειρά του Alpha. Σασμός για τους κρητικούς είναι η “συμφιλίωση” η “παύση” μιας βεντέτας. Για τον σασμό της δικής της οικογένειας μίλησε στην εκπομπή του Αντώνη Σρόιτερ, “Αυτοψία” και τη δημοσιογράφο Μαρία Κεφαλά η Νεκταρία Γιαννουδάκη η ηθοποιός που στην τηλεοπτική σειρά του Alpha υποδύεται την Σοφία Αντωνακάκη.
Η Νεκταρία Γιαννουδάκη περιέγραψε τους δυο σασμούς που έζησε η οικογένειά της αναφέροντας αρχικά:
«Σασμός είναι η συμφιλίωση, αυτό συνέβη στην περίπτωση της μητέρας μου. Ήταν δυο οικογένειες και είχε πάει ο θείος μου, ο αδερφός του παππού μου επισκέπτης σε αυτό το σπίτι. Υπήρχε ένα κορίτσι εκεί που του άρεσε και σκεφτόταν να τη ζητήσει. Ο προπάπους μου του έλεγε να μη μπει σε αυτό το σπίτι γιατί έχουν βεντέτα μην τον βρει τίποτα και όντως πήγαν σε αυτό το σπίτι, πυροβόλησαν, νόμιζαν ότι θα πυροβολήσουν αυτόν που είχαν τη βεντέτα και έφαγαν τον θείο μου. Έστελναν συνεχώς μηνύματα στην οικογένεια του παππού μου ότι δεν το θέλανε, ότι ζητάνε συγγνώμη και ότι ήταν να πάει αλλού. Ο σασμός έγινε με τους μαντατοφόρους, τους μεσάζοντες και εννοείται και η οικογένεια του παππού μου είπαν ότι δε θα το συνεχίσουν».
Στη συνέχεια, η Νεκταρία Γιαννουδάκη μίλησε για τον δεύτερο σασμό που βίωσε η οικογένειά της ο οποίος ακόμα και σήμερα τη συγκινεί όποτε τον θυμάται, όπως αναφέρει το tlife.gr.
«Πάλι από την πλευρά της μαμάς μου» είπε η ηθοποιός και λύγισε μη μπορώντας να συγκρατήσει τα δάκριά της, «αυτό μου προκαλεί μια φόρτιση» συνέχισε με τρεμάμενη φωνή η Νεκταρία Γιαννουδάκη.
«Ένας αδερφός της γιαγιάς μου αγαπούσε μια κοπέλα και την έκλεψε. Η κοπέλα όμως δεν τον αγαπούσε και βρήκε την ευκαιρία και έφυγε και επέστρεψε στο σπίτι της. Ούτε την είχε ατιμάσει ούτε τίποτα. Ωστόσο αυτό που έγινε ήταν ότι η οικογένεια της κοπέλας το έφερε βαριά. Ήταν λοιπόν στο καφενείο του χωριού οι συγγενείς της με τον θείο μου και έπαιζαν χαρτιά. Το καφενείο αυτό από το πατρικό της μητέρας μου ήταν πέντε μέτρα. Τον προκαλούσαν συνεχώς, βρήκαν αφορμή το παιχνίδι στα χαρτιά, ότι δεν παίζει καλά, ότι παίζει λάθος και τον ξεκοίλιασαν με μαχαίρι.
Η μαμά μου έβγαινε τότε από το σπίτι, έξι χρονών παιδάκι και είδε τον θείο της να κρατάει τα όργανά του στο χέρι και να προχωράει και να ξεψυχάει μπροστά στα μάτια της. Αυτό έγραψε πολύ μέσα της. Μετά κάποιοι συγγενείς εκδικήθηκαν για τον θάνατο του θείου. Από αυτούς τους ανθρώπους κάποιοι έφυγαν από το χωριό, κάποιοι πέθαναν και όλο αυτό σταμάτησε. Σταμάτησε γιατί καθώς περνούσαν τα χρόνια οι νέοι άνθρωποι δεν είχαν καμία πρόθεση να εκδικηθούν» είπε.