Τηλεφωνικές απάτες-σοκ: Σενάρια τρόμου, κλάματα στο ακουστικό και ζημιές άνω των 120.000 ευρώ

Κύκλωμα απατεώνων παρίστανε γιατρούς και αστυνομικούς, πείθοντας γονείς ότι τα παιδιά τους είχαν προκαλέσει θανατηφόρα τροχαία ή χαροπαλεύουν

Οι τηλεφωνικές απάτες με σενάρια-σοκ αποτελούν πλέον μια από τις πιο διαδεδομένες μορφές εξαπάτησης στην Ελλάδα, με δεκάδες περιστατικά να έχουν καταγραφεί τα τελευταία χρόνια.
Το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Κέρκυρας που εκδόθηκε πριν λίγες ημέρες και παραπέμπει σε δίκη κατηγορούμενη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων αποκαλύπτει πώς λειτουργούσε κύκλωμα εξαπάτησης στο νησί.
Το καλοκαίρι του 2022, η Κέρκυρα έγινε το κέντρο μιας υπόθεσης που θα μείνει χαραγμένη στη μνήμη των κατοίκων. Για δύο ολόκληρους μήνες, από τις 3 Αυγούστου έως τις 28 Σεπτεμβρίου, μια οργανωμένη ομάδα τηλεφωνικών απατεώνων έστησε μια καλοστημένη θεατρική παράσταση φόβου και πανικού. Οι δράστες άλλαζαν ρόλους ανάλογα με την περίσταση —αστυνομικοί, γιατροί, ψυχίατροι— και έπειθαν τους πολίτες ότι τα παιδιά τους είχαν προκαλέσει θανατηφόρα τροχαία ή ότι βρίσκονταν στα χειρουργεία, λίγο πριν χάσουν τη ζωή τους ή κάποιο μέλος του σώματός τους. Στόχος ήταν πάντα ο ίδιος: η άμεση παράδοση χρημάτων και κοσμημάτων.
Το πρώτο περιστατικό σημειώθηκε στις 3 Αυγούστου 2022. Στις 15:15, το τηλέφωνο στο σπίτι του Σ.Σ. χτύπησε. Ο άνδρας που βρισκόταν στην άλλη άκρη συστήθηκε ως διοικητής της αστυνομίας με το όνομα «Παπαδόπουλος». Με ψυχρή φωνή, του είπε ότι η κόρη του είχε προκαλέσει θανατηφόρο τροχαίο με θύμα παιδί αλβανικής υπηκοότητας και ότι έπρεπε να συγκεντρώσει 100.000 ευρώ για να αποφύγει η κόρη του τη σύλληψη. Ο πατέρας πάγωσε. Η φωνή όμως που ακούστηκε αμέσως μετά δεν του άφησε περιθώρια αμφιβολίας. Μια γυναίκα, κλαίγοντας, φώναξε στο ακουστικό: «Μπαμπά, σε παρακαλώ, δώσε τα λεφτά μου και ό,τι άλλο έχεις, αλλιώς θα μπω φυλακή και θα πεθάνω». Στη συνέχεια, ένας τρίτος άνδρας εμφανίστηκε ως ψυχίατρος, δήθεν για να ενισχύσει την αξιοπιστία της ιστορίας, και επιβεβαίωσε ότι η κόρη του δεν θα άντεχε ψυχολογικά αν κατέληγε στη φυλακή. Σε κατάσταση σοκ, ο Σ.Σ. μάζεψε με τη σύζυγό του Ι.Σ. 50.000 ευρώ σε μετρητά που φύλαγαν στο σπίτι. Στις 16:20, η Ι.Σ., υπό τηλεφωνικές οδηγίες, βρέθηκε στη λαϊκή αγορά της πόλης με μια σακούλα γεμάτη χαρτονομίσματα. Εκεί, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η Pavlina I. παρέλαβε το ποσό και εξαφανίστηκε από την πίσω είσοδο της αγοράς.
Δέκα ημέρες αργότερα, στις 13 Αυγούστου, η Α.Δ. δέχθηκε τηλεφώνημα. Αυτή τη φορά, η φωνή ανήκε σε άνδρα που συστήθηκε ως διευθυντής ιατρός του Γενικού Νοσοκομείου Κέρκυρας. Με τόνο βαρύ και σοβαρό, την ενημέρωσε ότι η κόρη της είχε τραυματιστεί σοβαρά σε τροχαίο και κινδύνευε με ακρωτηριασμό. Για να προχωρήσει το χειρουργείο, έπρεπε να συγκεντρωθούν 80.000 ευρώ. Καθώς η συνομιλία συνεχιζόταν, στο ακουστικό παρενέβη μια γυναίκα που με λυγμούς φώναζε: «Μαμά, βοήθα με, χάνω το πόδι μου». Η απελπισία οδήγησε την παθούσα σε μια απόφαση που θα θυμάται για πάντα. Επί δύο ώρες μιλούσε με τον άγνωστο άνδρα, ώσπου τελικά πείστηκε. Συγκέντρωσε 1.000 ευρώ και μια σειρά από οικογενειακά κοσμήματα, χρυσά βραχιόλια, δαχτυλίδια, σταυρούς και τα έβαλε σε σακούλα. Σύμφωνα με τις οδηγίες, τα άφησε στα σκαλιά μιας εκκλησίας στον Ποταμό. Εκεί, η ίδια γυναίκα που εμφανιζόταν σε όλα τα περιστατικά παρέλαβε το δέμα και εξαφανίστηκε.
Το τρίτο περιστατικό σημειώθηκε στις 20 Αυγούστου. Η Μ.Γ. δέχθηκε τηλεφώνημα από άνδρα που συστήθηκε ως αστυνομικός. Η κόρη της, της είπε, είχε προκαλέσει θανατηφόρο τροχαίο με θύμα δεκάχρονο κορίτσι. Το ποσό που ζητούσε για να «σβήσει» η υπόθεση ήταν 250.000 ευρώ. Η γυναίκα έπαθε σοκ όταν μια άλλη φωνή, που παρίστανε την κόρη της, ακούστηκε να λέει: «Μάνα, έχω μπλέξει, θα αυτοκτονήσω γιατί έκανα έγκλημα». Τρομοκρατημένη, μάζεψε 2.000 ευρώ, τα έβαλε σε σακούλα και τα παρέδωσε στη λαϊκή αγορά της Κέρκυρας, όπου τα παρέλαβε, όπως και στα προηγούμενα περιστατικά, η ίδια γυναίκα.
Στις 26 Αυγούστου, ο Ε.Ι. και η σύζυγός του δέχθηκαν τηλεφώνημα από άνδρα που παρουσιάστηκε ως ορθοπεδικός ιατρός. Η κόρη τους, ισχυρίστηκε, είχε τραυματιστεί σοβαρά και έπρεπε να υποβληθεί σε επέμβαση με χρήση «χρυσών λαμών και περονών». Το ποσό που ζητήθηκε ήταν 65.000 ευρώ. Η συνομιλία κράτησε τρεις ώρες, στη διάρκεια των οποίων το ζευγάρι προσπαθούσε να καταλάβει τι είχε συμβεί. Πείστηκαν ότι η κόρη τους κινδυνεύει και συγκέντρωσαν 14.000 ευρώ. Ο Ε.Ι. πήγε στην εκκλησία της Αγίας Κέρκυρας στον Πετριτή για να τα παραδώσει. Εκεί συνάντησε τη γυναίκα που συστήθηκε ως Γεωργία Παπαδοπούλου και του ζήτησε τη σακούλα. Την τελευταία στιγμή όμως, αντιλήφθηκε το ψέμα και δεν παρέδωσε τα χρήματα.
Η 16η Σεπτεμβρίου έφερε ακόμη ένα τηλεφώνημα, αυτή τη φορά στον Ι.Γ. Το ίδιο σενάριο: η κόρη του είχε προκαλέσει θανατηφόρο τροχαίο με θύμα παιδί αλβανικής υπηκοότητας. Το ποσό που ζητήθηκε ήταν 100.000 ευρώ. Ο πατέρας, σε πανικό, δήλωσε ότι είχε μόνο 12.000. Τοποθέτησε τα χρήματα σε σακούλα και τα άφησε στην είσοδο του χωριού Ελευθέρι στη Θεσπρωτία. Εκεί, μια γυναίκα κατέβηκε από λευκό φορτηγό και παρέλαβε το δέμα.
Η τελευταία πράξη του δράματος εκτυλίχθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου. Ο Α.Κ. δέχθηκε τηλεφώνημα με το ίδιο σενάριο. Αυτή τη φορά ζητήθηκαν 120.000 ευρώ. Ο παθών συγκέντρωσε 6.000 και τα παρέδωσε κοντά στο ΙΚΑ Κέρκυρας. Η γυναίκα τα παρέλαβε, αλλά αυτή τη φορά οι αρχές την παρακολουθούσαν. Λίγες ώρες αργότερα συνελήφθη. Στο όχημά της, ένα λευκό Opel Vivaro, βρέθηκαν τα 6.000 ευρώ, μάσκες, μια περούκα και τρία κινητά τηλέφωνα. Η κατηγορούμενη αποδέχθηκε ότι παρέλαβε τα χρήματα, αλλά ισχυρίστηκε ότι εξαπατήθηκε από κάποιον «Πέτκο» που την είχε προσλάβει σε εταιρεία ακινήτων για να μεταφέρει ποσά. Όταν κατάλαβε ότι επρόκειτο για παράνομη δραστηριότητα, είπε ότι αναγκάστηκε να συνεχίσει λόγω απειλών για τη ζωή της και τα παιδιά της.
ΚλείσιμοΟι ισχυρισμοί της δεν έγιναν πιστευτοί, καθώς δεν παρουσίασε καμία απόδειξη για την εταιρεία ή τον άνδρα που ανέφερε. Το με αριθμό 131/2025 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Κέρκυρας έκρινε ότι προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για να παραπεμφθεί η κατηγορουμένη σε δίκη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων. Παράλληλα, διατάχθηκε η διενέργεια συμπληρωματικής κύριας ανάκρισης, ώστε να γίνει άρση του τραπεζικού απορρήτου των λογαριασμών της και να ελεγχθούν οι χρηματικές συναλλαγές που πραγματοποίησε μέσω εταιρειών χρηματαποστολών στην Ελλάδα το κρίσιμο δίμηνο, προκειμένου να εντοπιστούν οι άγνωστοι συνεργοί και να τους απαγγελθεί κατηγορία.
Η ζημία που υπέστησαν οι πολίτες ανέρχεται σε 71.000 ευρώ σε μετρητά. Όμως, μαζί με τα χρυσά κοσμήματα και τα τιμαλφή που παραδόθηκαν, το ποσό υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ, όριο που καθιστά την πράξη κακούργημα. Αν δε είχαν καταβληθεί όλα τα ποσά που ζητούσαν οι δράστες, η συνολική ζημία θα έφτανε τα 755.000 ευρώ. Το στοιχείο αυτό δείχνει την απληστία και το μέγεθος του κυκλώματος που εκμεταλλευόταν με τον πιο στυγνό τρόπο τον φόβο και την αγωνία οικογενειών. Τρία χρόνια μετά, η υπόθεση παίρνει τον δρόμο της δικαιοσύνης.
Η κατηγορούμενη βρίσκεται υπό περιοριστικούς όρους, με απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και υποχρέωση τακτικής εμφάνισης στο αστυνομικό τμήμα, ενώ οι αρχές συνεχίζουν την έρευνα. Η υπόθεση της Κέρκυρας δείχνει πώς ένα απλό τηλεφώνημα, που ξεκινά με μια φωνή να λέει «μαμά, βοήθησέ με», μπορεί να καταρρίψει κάθε άμυνα, να προκαλέσει πανικό και να οδηγήσει σε απώλεια οικονομικών αποθεμάτων και οικογενειακών κειμηλίων. Και κυρίως, υπενθυμίζει ότι τα κυκλώματα αυτά δεν δρουν μόνα τους· πίσω από τη γραμμή του τηλεφώνου βρίσκονται καλά οργανωμένα δίκτυα, που εξακολουθούν να αναζητούν νέα θύματα.
protothema.gr

