Κορωνοϊός-Όμικρον 2: Κυριαρχεί στην Ευρώπη, είναι η πιο μεταδοτική μετάλλαξη
Έρευνα Ατσαλάκη
Ως το πιο μεταδοτικό -μέχρι στιγμής- στέλεχος του κορωνοϊού εξελίσσεται η μετάλλαξη Ομικρον 2.
Σύμφωνα με νέα έκθεση του Αναπληρωτή Καθηγητή στο Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων Πρόβλεψης του Πολυτεχνείου Κρήτης, Γιώργου Ατσαλάκη, την οποία παρουσιάζει το iefimerida.gr αναφέρεται ότι η παραλλαγή Όμικρον ξεπέρασε την παραλλαγή Δέλτα σε κρούσματα και η Όμικρον 2, είναι 1,5 φορά πιο μεταδοτική από το αρχικό στέλεχος της Όμικρον.
Σαρώνει την Ευρώπη η Όμικρον 2
Η παραλλαγή Ομικρον 2 είναι πλέον υπεύθυνη για περισσότερες από τις μισές νέες περιπτώσεις στη Γερμανία και αποτελεί περίπου το 11% των περιπτώσεων στις ΗΠΑ.
Στο σχήμα 1 φαίνεται ότι από τις 11 Δεκεμβρίου 2021 η Όμικρον ΒΑ.1.1 ξεκίνησε να εκτοπίζει τη Δέλτα. Μέχρι τις 22 Ιανουαρίου 2022 είχε εκτοπίσει εντελώς τη Δέλτα (αχνό γκρι χρώμα). Η υπό-μετάλλαξη της Όμικρον, η Ομικρον 2, ξεκίνησε από τις 12 Φεβρουαρίου να εκτοπίζει την Όμικρον ΒΑ.1. Σήμερα την έχει εκτοπίσει περίπου κατά 40% (έντονο μαύρο χρώμα), όπως αναφέρει το iefimerida.gr.
Όπως σημειώνει στην έκθεσή του ο κ. Ατσαλάκης, «η υπό-μετάλλαξη της Όμικρον αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω και στην Ευρώπη».
Στο σχήμα 2 παρουσιάζονται τα κρούσματα ανά εκατομμύριο κατοίκους σε επιλεγμένες χώρες. Σημαντική αύξηση κρουσμάτων εμφανίζεται στις χώρες όπου άρχισε να διεισδύει η υπό-μετάλλαξη της Όμικρον, η ΒΑ.2. Μεγάλη διείσδυση υπάρχει στην Ολλανδία, ακολουθεί η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Σουηδία, η Ισπανία, οι ΗΠΑ, η Ιταλία, η Γερμανία, η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία και η Κίνα.
Συνεχής απειλή οι μεταλλάξεις ακόμη και για τις χώρες με υψηλά ποσοστά εμβολιασμού
«Η αυξημένη μεταδοτικότητα της Ομικρον 2 είναι ήδη εκτός ανταγωνισμού και αντικαθιστά την Ομικρον και είναι πιθανό να δημιουργηθούν παρόμοια κύματα μόλυνσης καθώς άλλες παραλλαγές θα εμφανίζονται. Όσο ο ιός συνεχίζει να εξαπλώνεται και να πολλαπλασιάζεται, ιδιαίτερα σε πληθυσμούς που είναι υποεμβολιασμένοι ή όπου η ανοσία που προκαλείται από το εμβόλιο εξασθενεί, θα δημιουργήσει νέες παραλλαγές και αυτές θα παραμείνουν μια συνεχής απειλή ακόμη και για εκείνες τις χώρες με υψηλά ποσοστά εμβολιασμού. Το να ζεις με ασφάλεια με τον κορωνοϊό δεν σημαίνει να αγνοείς τον ιό και να ελπίζεις ότι θα εξαφανιστεί για πάντα», τονίζει ο Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πολυτεχνείο της Κρήτης.
Σημειώνεται ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έχει επίσης σημειώσει ότι το στέλεχος BA.2 διαφέρει από το BA.1 στη γενετική του αλληλουχία, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων διαφορών αμινοξέων στην πρωτεΐνη ακίδας και σε άλλες πρωτεΐνες που θα μπορούσαν να του δώσουν πλεονέκτημα έναντι του αρχικού Όμικρον.
Οι νοσήσαντες από την αρχική παραλλαγή της Όμικρον έχουν ισχυρή προστασία από επαναμόλυνση με την Ομικρον 2
Οι μελέτες συνεχίζονται για την κατανόηση των λόγων αυτού του πλεονεκτήματος ανάπτυξης, αλλά τα αρχικά δεδομένα υποδηλώνουν ότι η BA.2 φαίνεται εγγενώς πιο μεταδοτική από τη BA.1, η οποία επί του παρόντος παραμένει η πιο κοινή υποκατηγορία Όμικρον που έχει αναφερθεί. Αυτή η διαφορά στη μεταδοτικότητα φαίνεται να είναι πολύ μικρότερη από τη διαφορά μεταξύ BA.1 και Δέλτα.
Ο ΠΟΥ ανέφερε ότι οι αρχικές μελέτες υποδεικνύουν ότι οποιοσδήποτε έχει μολυνθεί με την αρχική παραλλαγή της Όμικρον έχει ισχυρή προστασία έναντι της επαναμόλυνσης με την υπο-παραλλαγή BA.2.
Η θνησιμότητα οφείλεται στα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού στα ευάλωτα άτομα
Ο κ. Ατσαλάκης σχολιάζει ότι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η καλύτερη στρατηγική για τη διαχείριση της Covid-19 στην αρχή ήταν τα «απαγορευτικά», παρ’ όλη την οικονομική καταστροφή που δημιούργησαν, προκειμένου να προστατευθεί ο πληθυσμός μέχρι να γίνουν διαθέσιμοι οι εμβολιασμοί.
«Σε εκείνο το σημείο η καλύτερη στρατηγική ήταν τα πολύ υψηλά ποσοστά εμβολιασμού σε ολόκληρο τον πληθυσμό, ξεκινώντας από τους πιο ευάλωτους. Τελικά, η υπερβολική θνησιμότητα προκαλείται από τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού στα ευάλωτα άτομα. Οι ηλικιωμένοι όμως και τα ευάλωτα άτομα πρέπει να εμβολιαστούν άμεσα και με την αναμνηστική δόση. Υπάρχουν πολλά στοιχεία από διεθνείς μελέτες ότι τα ποσοστά εμβολιασμού του πληθυσμού συσχετίζονται στενά με την εμπιστοσύνη προς το κράτος και τα ιδρύματα υγείας», καταλήγει.