Φορολογική «βόμβα» από την Κομισιόν – Επιχειρήσεις σε όλη την Ευρώπη σηκώνουν ασπίδα

Το νέο σχέδιο της ΕΕ για σταθερά τέλη στους «μεγάλους» του τζίρου προκαλεί τριγμούς εντός και εκτός Ευρωκοινοβουλίου.
Έντονη πολιτική και θεσμική αντίσταση αντιμετωπίζει η νέα πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την καθιέρωση ενός σταθερού φόρου σε επιχειρήσεις μεσαίου και μεγάλου μεγέθους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρά το γεγονός ότι παρουσιάστηκε ως εργαλείο ενίσχυσης των ευρωπαϊκών ταμείων, το μέτρο δείχνει ήδη να «σκοντάφτει» στην ευρεία αντίθεση κρατών-μελών και του Ευρωκοινοβουλίου.
Η Πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανακοίνωσε την πρόθεση της Επιτροπής να εντάξει τον νέο αυτόν φόρο στον επόμενο μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ΕΕ, επιδιώκοντας την άντληση εσόδων ύψους 6,8 δισ. ευρώ ετησίως για την αποπληρωμή του κοινού χρέους που δημιουργήθηκε κατά την περίοδο της πανδημίας.
Γερμανία και Ολλανδία λένε "όχι" από την πρώτη στιγμή
Η πρώτη σοβαρή αντίδραση ήρθε από το Βερολίνο και τη Χάγη, με τον Γερμανό πολιτικό Φρίντριχ Μερτς να απορρίπτει κατηγορηματικά την πρόταση, δηλώνοντας πως η ΕΕ δεν διαθέτει νομική αρμοδιότητα για την επιβολή φορολογίας σε επιχειρήσεις. Αντίστοιχα, εκπρόσωπος της ολλανδικής κυβέρνησης χαρακτήρισε το ζήτημα «εκτός συζήτησης», επισημαίνοντας ότι το ζητούμενο είναι η περιορισμένη αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού, όχι η διεύρυνσή του.
Αντιδράσεις όμως εκφράστηκαν και από τον ευρωπαϊκό Νότο. Διπλωμάτες χωρών με διαφορετικό οικονομικό προφίλ, που κατά κανόνα δείχνουν μεγαλύτερη ανεκτικότητα στη δημοσιονομική χαλάρωση, εκτιμούν ότι το σχέδιο δεν θα προχωρήσει εύκολα.
Το σχέδιο φορολόγησης και τα σημεία αιχμής
Η πρόταση προβλέπει την επιβολή σταθερού ποσού σε εταιρείες με ετήσια έσοδα άνω των 100 εκατομμυρίων ευρώ, ανεξάρτητα από την κερδοφορία τους. Ειδικότερα:
-
Επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών 100-250 εκατ. € θα καταβάλλουν 100.000 ευρώ ετησίως.
-
Εταιρείες με έσοδα άνω των 750 εκατ. € θα επιβαρύνονται με έως και 750.000 ευρώ.
Το μοντέλο έχει προκαλέσει αντιδράσεις επιχειρηματικών φορέων και οικονομικών αναλυτών, καθώς θεωρείται αντιπαραγωγικό και «άδικο», αφού δεν λαμβάνει υπόψη τα διαφορετικά περιθώρια κέρδους μεταξύ των κλάδων, ούτε την καθαρή κερδοφορία της κάθε επιχείρησης.
Πολιτικές και οικονομικές ενστάσεις
Η αντιπρόεδρος της Επιτροπής Προϋπολογισμού του Ευρωκοινοβουλίου, Μόνικα Χολμάιερ, χαρακτήρισε τον φόρο ως εμπόδιο στην ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, ειδικά των μεσαίων, που είναι και η ραχοκοκαλιά της ΕΕ. Από την πλευρά του, ο Ιταλός ευρωβουλευτής Αλεσάντρο Κιριάνι δήλωσε ότι η πρόταση αντιβαίνει στη στρατηγική στήριξης της ευρωπαϊκής παραγωγής.
Ο οργανισμός BusinessEurope την χαρακτήρισε «οπισθοδρομική», ενώ η Confindustria στην Ιταλία προειδοποίησε ότι το όριο των 100 εκατ. € θέτει φραγμούς στην ανάπτυξη των καινοτόμων εταιρειών.
Η πολιτική διάσταση και η «απομόνωση» της φον ντερ Λάιεν
Παρότι η πρόεδρος της Κομισιόν είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, όπως και αρκετοί από τους επικριτές της πρότασης, η στήριξη στο σχέδιό της δεν είναι δεδομένη. Το σχέδιο, παρά την πρόθεση για δημοσιονομική σταθερότητα και ενίσχυση της ΕΕ, φαίνεται να υπονομεύει την ατζέντα ανταγωνιστικότητας που η ίδια η φον ντερ Λάιεν έχει θέσει ως προτεραιότητα στη δεύτερη θητεία της.
Υπάρχει εναλλακτική;
Ορισμένοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επιμένουν ότι επιχειρήσεις – ευρωπαϊκές ή διεθνείς – ωφελούνται από την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, άρα έχουν ευθύνη να συνεισφέρουν. Όπως τόνισε ο Γάλλος ευρωβουλευτής Φαμπιέν Κέλλερ, η πρόσβαση στην εσωτερική αγορά της ΕΕ, η οποία είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο, αποτελεί δημόσιο αγαθό που δικαιολογεί αντίστοιχη φορολογική συνεισφορά.
Ωστόσο, με το πολιτικό κλίμα να είναι ήδη φορτισμένο και τις αντιδράσεις να έρχονται από πολλαπλά επίπεδα, το σχέδιο για τον νέο φόρο φαίνεται να βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή και ίσως χρειαστεί σημαντικές τροποποιήσεις – ή ακόμα και πλήρη απόσυρση – για να μπορέσει να προχωρήσει.

