Γιάννης Οικονόμου, ο Κρητικός που μιλάει 32 γλώσσες!
Λέγεται πως είναι ο πιο πολύγλωσσος άνθρωπος στην Ευρώπη (ίσως και στον κόσμο), αλλά κάτι τέτοιο δεν έχει καταγραφεί επίσημα γιατί ο ίδιος δεν ενδιαφέρεται να μετράει τις γλώσσες που μαθαίνει. Και μπορεί αυτός να μην τις μετρά, όμως άλλοι που το έχουν κάνει για αυτόν, έχουν σημειώσει τουλάχιστον 32 γλώσσες, αριθμός που είναι πολύ πιθανό να είναι μεγαλύτερος.
Ο Γιάννης Οικονόμου γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σήμερα ζει στις Βρυξέλλες και εργάζεται στην Γενική Διεύθυνση Μετάφρασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Η αγάπη του για τις γλώσσες ήταν κάτι που γεννήθηκε όταν ήταν μόλις τεσσάρων χρονών, πριν καν πάει σχολείο, τότε που θυμάται να ακούει τους ξένους τουρίστες στην Κρήτη, όπου και γεννήθηκε. Ξεκίνησε να μελετά αγγλικά στην ηλικία των 5 όταν μετακόμισε στην Αθήνα με την οικογένειά του -η οποία τον στήριζε πάντα – γερμανικά στα 7, ιταλικά στα 10, ρωσικά στα 13, σουαχίλι στα 14 και τουρκικά στα 15. Είχε μάθει 15 γλώσσες στην ηλικία των 20.
Μερικές από τις γλώσσες που μιλάει, είναι: αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά, γαλλικά, σουηδικά, ιταλικά, πολωνικά, ρωσικά, βουλγάρικα, τούρκικα, αραβικά, εβραϊκά, πορτογαλικά, κινέζικα, κουρδικά, αρμενικά, περσικά, σερβοκροατικά, σανέζικα, χίντι, ουρντού, ρουμάνικα, τσέχικα, φιλανδικά και γνωρίζει αρχαίες γλώσσες όπως σανσκριτικά, αρχαία ελληνικά, αρχαία αιγυπτιακά, βαβυλωνιακά, λατινικά, αβεστικά (αρχαία ιρανικά), αρχαία περσικά, κλασικά αρμενικά, γοτθικά, αρχαία βουλγαρικά, πάλι (γλώσσα βουδισμού), χετιτικά, και λουβικά (αρχαίες γλώσσες της Μικράς Ασίας).
Σπούδασε γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης πριν συνεχίσει το μεταπτυχιακό του στις Γλώσσες και Πολιτισμούς της Μέσης Ανατολής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στην ινδοευρωπαϊκή γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και κατόπιν στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης από όπου επέστρεψε στο Χάρβαρντ. Το θέμα της διατριβής του στο Χάρβαρντ ήταν ένα κείμενο του προφήτη Ζαρατούστρα γραμμένο στα αβεστικά, μια μορφή της παλαιάς ιρανικής γλώσσας. Σήμερα ζει στις Βρυξέλλες και εργάζεται στην Γενική Διεύθυνση Μετάφρασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Λατρεύει να ταξιδεύει και να γνωρίζει νέους πολιτισμούς, ενώ έχει κάνει φιλίες σε πολλές χώρες του κόσμου.
Η συνομιλία μαζί του ήταν κάτι παραπάνω από ενδιαφέρουσα, όχι μόνο επειδή είναι πολύγλωσσος, αλλά και εξαιτίας της ιδιότητάς του ως γλωσσολόγος. Τα λόγια του σε βάζουν σε σκέψεις και σε κάνουν να βλέπεις τις γλώσσες αλλιώς. Ότι είναι δηλαδή, κάτι παραπάνω από γραμματική, λεξιλόγιο και συντακτικό. Δεν μαθαίνει μια νέα γλώσσα μόνο μέσα απ' τα βιβλία. Ψάχνει πληροφορίες για την ιστορία της χώρας, βλέπει προγράμματα στην τηλεόραση και ακούει μουσική πάντα στη γλώσσα που θέλει να μάθει και φυσικά επισκέπτεται την αντίστοιχη χώρα για να μιλήσει με τους κατοίκους της.
Στο κάτω – κάτω, έτσι θα πρέπει να βλέπουμε τις γλώσσες. Ως παράθυρο για τη γνωριμία μας με διαφορετικούς ανθρώπους, από άγνωστες κουλτούρες σε εμάς. Και όπως λέει και ο Γιάννης Οικονόμου, «οι γλώσσες, ξεπλένουν από μέσα μας την ξενοφοβία, τον φόβο για τη διαφορετικότητα και μας εμπλουτίζουν. Σε κάνουν να αγαπάς τους άλλους, χωρίς φοβικότητες. Είναι ένα υπέροχο όχημα, για όποιον και όποια θέλει να νοηματοδοτήσει περαιτέρω τη ζωή του/της».
Πόσες γλώσσες μιλάτε;
Δεν τις μετράω… Δημοσιογράφοι έχουν μετρήσει για εμένα κάπου 32 γλώσσες. Είναι όπως όταν απολαμβάνεις πολύ κάτι. Σαν το καλό φαγητό και το καλό σεξ, σαν ένα ηλιοβασίλεμα… δεν μετράς τα ηλιοβασιλέματα ή τις φορές που έχεις κάνει καλό σεξ. Αυτά δεν τα μετράει κανένας. Ας πούμε 32 γλώσσες γιατί κάποιοι δημοσιογράφοι τις μέτρησαν για εμένα, αλλά δεν με ενδιαφέρει καθόλου ο αριθμός. Δεν κάνω κανέναν πρωταθλητισμό. Έχουν επικοινωνήσει μαζί μου για το βιβλίο Γκίνες. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου ούτε το βιβλίο Γκίνες, ούτε ο πρωταθλητισμός. Κάνω πρωταθλητισμό με τον εαυτό μου. Δεν ενδιαφέρομαι να αποδείξω τίποτα σε κανέναν. Δεν το βλέπω ως μέσο για να επιδείξω κάτι, όπως ένας αθλητής ή μια αθλήτρια που σπάει ένα ρεκόρ. Όχι. Έχω βρει έναν τρόπο να επικοινωνώ με την ανθρωπότητα μέσω των γλωσσών και αυτό είναι το μόνο που με ενδιαφέρει.
«Γλώσσα δεν είναι μόνο τα βιβλία. Είναι το πρώτο μεγάλο και σημαντικό βήμα, αλλά μετά όποια γλώσσα και να μάθεις, πρέπει να είσαι ανοιχτός και ανοιχτή στο να εισπράξεις τα βιώματα των ανθρώπων που είναι φορείς της γλώσσας αυτής»
Οπότε υπάρχει περίπτωση να είναι και παραπάνω από 32…
Πολύ πιθανό. Ήταν προ καιρού που κάποιος τις υπολόγισε. Οι γλώσσες είναι κάτι δυναμικό, δηλαδή αλλάζουν, μαθαίνεις μια νέα, μπορεί να ξεχάσεις κάποιες που δεν χρησιμοποιείς…
Ο τίτλος που σας αποδίδουν, του «πιο πολύγλωσσου ανθρώπου του κόσμου» ισχύει;
Ως γλωσσολόγος, μιλώντας και σε ομάδες πολύγλωσσων στις οποίες είμαι μέλος, φαίνεται -επειδή γνωριζόμαστε – πως δεν υπάρχει άλλο άτομο που να έχει πλησιάσει τις 30 γλώσσες. Απ' ό,τι βλέπω σε αυτά τα groups, δεν υπάρχει κάποιο άλλο άτομο, οπότε μάλλον ναι…
Πώς ξεκίνησε το ενδιαφέρον σας με τις γλώσσες; Πότε καταλάβατε ότι έχετε αυτή την έφεση;
Είχε να κάνει με τα παιδικά μου χρόνια, στην Κρήτη όπου μεγάλωσα, που είναι τουριστική περιοχή. Πριν πάω σχολείο, όταν ήμουν 4-5 χρονών, πριν μετακομίσουμε στην Αθήνα. Άκουγα τους τουρίστες που μιλούσαν και ένιωσα τρομερή περιέργεια για τις ζωές τους, για αυτούς τους ήχους που παρήγαν. Εγώ τότε δεν ήξερα ότι ήταν γλώσσες. Ήταν για εμένα ήχοι που δεν είχαν κανένα νόημα. Όταν άρχισα 5-6 χρονών να μαθαίνω αγγλικά και άρχισα να καταλαβαίνω ορισμένες φρασούλες και λέξεις που έλεγαν, ενθουσιάστηκα. Για εμένα γλώσσα ήταν μόνο αυτό που μιλούσε η μαμά και ο μπαμπάς μου και τα παιδιά στη γειτονιά. Αλλά όταν είδα ότι αυτοί οι ήχοι είχαν νόημα και έλεγαν πράγματα απλά όπως «πάμε σε αυτό το εστιατόριο, πάμε στην παραλία κτλ», τότε ενθουσιάστηκα.
Το δεύτερο μεγάλο ερέθισμα ήταν η περιέργεια, η οποία είναι λέξη – κλειδί στη ζωή μου. Έχω τεράστια περιέργεια για τις ζωές των διαφορετικών ανθρώπων. Καθώς μεγάλωνα στα Εξάρχεια και στο Κολωνάκι (εκεί ήταν τότε το σχολείο μου, το Βαρβάκειο), ένιωσα να πνίγομαι από την ομοιομορφία που επικρατούσε γύρω μου. Όλοι μου οι συμμαθητές, άκουγαν περίπου την ίδια μουσική, έτρωγαν περίπου τα ίδια φαγητά, σκεφτόντουσαν σχεδόν το ίδιο, είχαν περίπου τις ίδιες ιδέες, ντύνονταν το ίδιο… Και ένιωσα τεράστιο πόθο να ξεπεράσω αυτόν τον ομοιόμορφο τρόπο σκέψης τους. Ήρθα σε επαφή σ' ένα ταξίδι μου στην Αγγλία με τον απέραντο πολιτισμό της Ινδίας μέσω μιας ινδουιστικής κοινότητας, των Χάρε Κρίσνα. Με ενέπνευσαν και άρχισα να μαθαίνω σανσκριτικά μόνος μου, όταν ήμουν στο Γυμνάσιο. Άρχισα να βλέπω ότι υπάρχει και άλλος τρόπος σκέψης, μου έδειξαν έναν άλλο τρόπο θέασης του κόσμου. Αυτό υπήρξε ένα μεγάλο ερέθισμα για εμένα. Αναζητούσα ερεθίσματα στη ζωή μου, ήμουν ανοιχτός σε αυτά.
Μετά πήγα ταξίδι στην Τουρκία με τους γονείς μου. Η ζεστασιά και η φυσική ευγένεια των ανθρώπων της χώρας, ήταν ένα κίνητρο να μάθω τουρκικά. Τότε, όταν ήμουν 15 χρονών, δεν υπήρχε ούτε ίντερνετ, ούτε φροντιστήρια κτλ. Σήμερα μπορείς να μάθεις τουρκικά, εσκιμώικα ή ό,τι άλλο θέλεις μέσω διαδικτύου, χωρίς κανέναν δάσκαλο. Οι γονείς μου ήταν πάντα στο πλάι μου και θυμάμαι ήθελαν τόσο πολύ να μου βρουν έναν δάσκαλο ή μία δασκάλα τουρκικών που είχα βαλθεί να μάθω, που πήγαν σε μια πορεία του Πολυτεχνείου στους πολιτικούς πρόσφυγες απ' την Τουρκία και άρχισαν να ρωτούν δεξιά και αριστερά για κάποιο άτομο που θα μπορούσε να διδάξει το παιδί τους τουρκικά. Έτσι, βρήκαν την πρώτη μου δασκάλα, την Αϊσέ, η οποία ήταν αρχιτέκτονας και δεν ήξερε να μου εξηγήσει τις λεπτομέρειες της γλώσσας. Έπρεπε εγώ να της εκμαιεύω «γιατί το λέμε έτσι αυτό;» κτλ. Όλα αυτά με έφερναν σε επαφή με πολιτισμούς και με έκαναν να βγω από τον περιορισμό των Εξαρχείων, του κέντρου της Αθήνας. Και το ένα έφερε το άλλο. Όλες οι γλώσσες με τις οποίες ασχολήθηκα, έχουν μια ιστορία γιατί τις έμαθα. Πέρα από τις μεγάλες, αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά που τις μαθαίνουν έτσι κι αλλιώς όλα τα παιδιά.
Δηλαδή δεν ξεκινούσατε να μαθαίνετε μια γλώσσα για τη γλώσσα και μόνο, αλλά για τον πολιτισμό της χώρας που τη μιλούν και ό,τι έχει να κάνει γύρω από αυτή…
Απολύτως. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Και θέλω να το διευκρινίσω. Δεν είμαι ο nerd, δεν είμαι δηλαδή ο σπασίκλας που κάθεται και μαθαίνει απλώς τη γραμματική κτλ. και το βίωμα του σταματά εκεί. Για 'μένα η γλώσσα δεν είναι μόνο οι άπειρες ώρες διαβάσματος που επενδύω. Τώρα μαθαίνω μια αφρικανική γλώσσα, τη γουόλοφ (είναι η μεγαλύτερη γλώσσα της Σενεγάλης), και κάθε βράδυ θα με δεις σκυμμένο να ψάχνω, να ακούω κτλ. Βρήκα έναν φτωχό μετανάστη, που πουλάει έργα χειροτεχνίας στον δρόμο και τον ρώτησα πόσα θέλει για να κάτσουμε να μου μιλήσει γουόλοφ γιατί δεν έχω βρει στο διαδίκτυο όλες τις πληροφορίες που θα ήθελα για τη γλώσσα αυτή. Έτσι κάνω με όλες τις γλώσσες. Και καθίσαμε και μου μίλησε για τη ζωή του, για το φοβερό ταξίδι που έκανε από τη Σενεγάλη… Οι γλώσσες ναι, είναι αναγκαίες και έχουν κανόνες γραμματικής, ανώμαλα ρήματα, λεξιλόγιο… Όλα αυτά είναι απαραίτητα, αλλά μετά από αυτά καταλαβαίνεις -πρέπει να καταλάβεις- ότι η γλώσσα είναι ζωή. Σ' ένα κλίμα με τεράστιο ρατσισμό και ξενοφοβία, έρχονται οι γλώσσες και σε διδάσκουν. Δεν τις διδάσκεσαι μόνο. Σε διδάσκουν αυτές ότι υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι, οι πλούσιοι, οι φτωχοί, οι προνομιούχοι, οι βασανισμένοι… Μαθαίνεις τα βιώματά τους. Αν δεν είχα ασχοληθεί με τη γλώσσα γουόλοφ και πολλές άλλες ασιατικές γλώσσες, δεν θα είχα έρθει σε επαφή με αυτούς τους ανθρώπους.
Οι γλώσσες με μετασχηματίζουν, με κάνουν καλύτερο άνθρωπο, ξεπλένουν από μέσα μου την ξενοφοβία, τον φόβο για τη διαφορετικότητα, για τον Άλλο, τον διαφορετικό. Και με εμπλουτίζουν. Με κάνουν πολύ περισσότερο άνθρωπο. Κάθε γλώσσα. Η γλώσσα δηλαδή δεν είναι μόνο τα βιβλία. Τα βιβλία σου ανοίγουν τον δρόμο για να μάθεις τη γλώσσα. Είναι το πρώτο μεγάλο και σημαντικό βήμα, αλλά μετά όποια γλώσσα και να μάθεις, πρέπει να είσαι ανοιχτός και ανοιχτή στο να εισπράξεις τα βιώματα των ανθρώπων που είναι φορείς της γλώσσας αυτής. Αν δεν συναναστραφείς με άτομα που μιλούν τη γλώσσα, δεν θα έχεις το γλωσσικό αίσθημα, θα τη μιλάς επιφανειακά. Γι' αυτό είναι σημαντικό να ταξιδεύεις. Αλλά αν δεν μπορείς, έχεις πλέον τη δυνατότητα μέσω του ίντερνετ, να κάνεις τις ανάλογες φιλίες κτλ. Πρέπει ο άνθρωπος να ζήσει τη γλώσσα που μαθαίνει.
Οπότε τι θα συμβουλεύατε κάποιον/α που θα ήθελε να ξεκινήσει να μαθαίνει μία γλώσσα;
Μιλάω για Έρωτα. Θα πρέπει να ερωτευτείς τη γλώσσα που μαθαίνεις, την κουλτούρα της, τον πολιτισμό της. Να συμπάσχεις με τους ανθρώπους και αυτά που έχουν περάσει στο παρελθόν ή και αυτά που περνούν στο παρόν, με αυτά για τα οποία αγωνίζονται. Αν θες για παράδειγμα να μάθεις πολωνικά, πρέπει να ακούς πολωνική μουσική, να βλέπεις πολωνικές σειρές… Πρέπει να δεις τη γλώσσα στην ολότητά της. Πέρα από τις γλώσσες που μαθαίνουμε για να βρούμε μια δουλειά – δεν χρειάζεται προφανώς να μάθεις 32 γλώσσες- το θέμα είναι να βρεις μία γλώσσα να εμπλουτίσει τη ζωή σου, να δεθείς με μία κουλτούρα, διαφορετική από τη δική σου. Ερωτεύσου αυτή τη γλώσσα, κάτσε διάβασε πολύ, είναι απαραίτητο, αλλά άμα μείνεις εκεί, έχεις χάσει την ουσία του θέματος. Εγώ μιλάω για την ουσία. Πώς ξεπερνάς τις παρωπίδες που μας βάζει η ξενοφοβία, ο ρατσισμός; Πώς δέχεσαι μία κουλτούρα με τα θετικά και τα αρνητικά της; Η απάντηση είναι ότι ανοίγεσαι και αφήνεις αυτήν την κουλτούρα να γίνει μέρος της δικής σου ζωής και να στην εμπλουτίσει.
Όσοι και όσες θέλουν να εμπλουτίσουν τη ζωή τους, μπορούν να το κάνουν με άπειρους τρόπους, με τον αθλητισμό, με τη μουσική, με τα ταξίδια… Αλλά η γλώσσα είναι ένα υπέροχο όχημα, για όποιον και όποια θέλει να νοηματοδοτήσει περαιτέρω τη ζωή του/της. Η γλώσσα είναι το όχημα που σε δένει με έναν νέο πολιτισμό που υποδέχεσαι στη ζωή σου. Σε κάνει να ερωτευτείς μια κουλτούρα και να εισχωρήσεις μέσα της. Η γλώσσα ξεπλένει από μέσα σου το δηλητήριο του φόβου του άλλου. Βλέπεις την ομορφιά και τον πλούτο που έχει η διαφορετικότητα του ανθρώπινου είδους, στο οποίο ανήκουμε. Κι αυτό είναι κάτι το υπέροχο. Η γλώσσα και η ενασχόληση με άλλους πολιτισμούς και τρόπους ζωής είναι ένα αντίδοτο στην τοξικότητα της ξενοφοβίας. Κάνεις πολύ περισσότερους φίλους αν μιλάς μια άλλη γλώσσα.
Πώς αντιδρούν οι άνθρωποι όταν σας ακούει να μιλάτε τη γλώσσα τους;
Εκπλήττονται. Τώρα μαθαίνω και τα μπεγάλι, τη γλώσσα του Μπαγκλαντές, γιατί θέλω όταν έρχομαι στην Ελλάδα, να πηγαίνω στην Ομόνοια, στις πολύχρωμες γειτονιές των μεταναστών που αγαπώ πολύ. Πριν την πανδημία, έπαιρνα τους φίλους μου και πηγαίναμε στα εστιατόρια εκεί. Έχω πάει άπειρες φορές, έχω φάει νόστιμα λαϊκά φαγητά, το street food που με μεταφέρει γευστικά στους δρόμους του Μπαγκλαντές, της Συρίας, του Αφγανιστάν… Όταν μιλάω στους Μπαγκλαντεσιανούς μετανάστες στη γλώσσα τους, μένουν έκπληκτοι. Και αξιοποιώ αυτόν τον χαρακτήρα της έκπληξης, για να χτίσω γέφυρες. Βλέπω τον εαυτό μου σαν ποντίφικα (η αρχική σημασία της λέξης pontifex στα λατινικά ήταν «γεφυροποιός»), σαν γεφυροποιό μεταξύ πολιτισμών. Μου αρέσει αυτή η έκπληξη. Οι μετανάστες με γοητεύουν, γιατί είναι άνθρωποι που επιβίωσαν από βουνά, θάλασσες, φτώχεια, ερήμους, σύνορα, πολέμους.
«Η γλώσσα ξεπλένει από μέσα σου το δηλητήριο του φόβου του άλλου»
Έχω βάλει στον εαυτό μου τα τελευταία χρόνια ως project, να μάθω όσες περισσότερες γλώσσες μεταναστών στην Ελλάδα και στο Βέλγιο μπορώ, ακριβώς για να ακούσω τις ιστορίες τους. Έχω πάει στα σπίτια τους, έχω φάει μαζί τους. Δεν μένω απλά στο «γεια, από πού είσαι εσύ;», κτλ. Τρυγάω ιστορίες και αυτές με αλλάζουν. Θέλω να μιλάω με μετανάστες και να τους λέω πως ως προνομιούχος λευκός με χριστιανικό background, δεν αισθάνομαι άνετα με τα προνόμια μου, γιατί εγώ τα έχω όλα και εσείς τίποτα και θέλω να σας ακούσω τουλάχιστον. Θα αισθανθώ καλύτερα αν μπορέσω να σας ακούσω. Δεν χρειάζεται όλοι να μάθουν τα πάντα, αλλά μπορούν να αγγίξουν μία ομάδα ανθρώπων που τους ενδιαφέρει. Αυτό είναι το μήνυμά μου. Οι άνθρωποι να έχουν περιέργεια για τον Άλλο, για τον διαφορετικό άνθρωπο και να ξεπεράσουν τα στερεότυπα της φυλής. Να ξεπεράσουμε τα φυλετικά στεγανά και να αγκαλιάσουμε την ανθρωπότητα.
Πηγή: iefimerida.gr