Μεγάλη Πέμπτη – Σήμερον κρεμάται επί ξύλου
Th Μεγάλη Πέμπτη η Εκκλησία θυμάται τον Μυστικό Δείπνο.
Το Θείο Δράμα κορυφώνεται και η υμνογραφία της ημέρας είναι σχετική με τα Πάθη του Χριστού, τη Σταύρωση και το θάνατό Του.
Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, πριν ν’ αρχίσει το δείπνο ο Ιησούς σηκώνεται από το τραπέζι, αφήνει κάτω τα ιμάτιά του, βάζει νερό στο νιπτήρα και τα κάνει όλα μόνος Του, πλένοντας τα πόδια των Μαθητών Του. Με τον τρόπο αυτό θέλει να δείξει σ’ όλους ότι δεν πρέπει να επιζητούμε τα πρωτεία. Μετά τη νίψη των ποδιών λέγει: «όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ’ όλους».
Πρώτα πήγε στον Ιούδα και μετά στό Πέτρο, ο οποίος ήταν ο πιο ορμητικός απ’ όλους και στην αρχή σταματάει το Διδάσκαλο, αλλά ύστερα όταν τον έλεγξε, υποχωρεί με τη καρδιά του. Αφού έπλυνε τα πόδια όλων, πήρε τα ιμάτιά Του και ξανακάθησε.
Άρχισε κατόπιν να τους νουθετεί να αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μη επιζητούν το ποιός θα είναι πρώτος. Στη συνέχεια τους μίλησε για την προδοσία και επειδή θορυβήθηκαν, στρέφεται με ήρεμο τρόπο στον Ιωάννη και τον υπέδειξε.
Κατόπιν πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε: «Λάβετε φάγετε». Το ίδιο έκανε και με το ποτήρι του κρασιού λέγοντας: «Πιέστε απ’ αυτό όλοι, γιατί αυτό είναι το αίμα Μου, της νέας Συμφωνίας. Αυτό να κάνετε για να Με θυμάστε». Μετά από αυτή τη στιγμή ο Ιούδας, μόλις έφαγε τον άρτο έφυγε και συμφώνησε με τους αρχιερείς να τους Τον παραδώσει.
Μετά το δείπνο βγήκαν όλοι στο όρος των Ελαιών, όπου ο Χριστός τους δίδαξε τα ανήκουστα και τελευταία μαθήματα και αρχίζει να λυπάται και να ανυπομονεί. Αναχωρεό μόνος Του και, γονατίζοντας, προσεύχεται εκτενώς. Από την πολλή αγωνία γίνεται ο ιδρώτας Του σαν σταγόνες πηχτού αίματος, οι οποίες έπεφταν στη γη. Μόλις συμπληρώνει την εναγώνια εκείνη προσευχή, φθάνει ο Ιούδας με ένοπλους στρατιώτες και πολύ όχλο και αφού χαιρετάει και φιλάει πονηρά το δάσκαλό Του, Τον παραδίδει.
Συλλαμβάνεται λοιπόν ο Ιησούς και τον φέρνουν δέσμιο στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Οι μαθητές σκορπίζονται και ο θερμότερος των άλλων ο Πέτρος τον ακολούθησε ως την αρχιερατική αυλή και αρνείται και αυτός ότι είναι μαθητής Του.
Εν τω μεταξύ ο θείος διδάσκαλος παρουσιάζεται μπροστά στο παράνομο συνέδριο, εξετάζεται για τους μαθητές και τη διδασκαλία Του, εξορκίζεται στο Θεό για να πεί εάν Αυτός είναι πράγματι ο Χριστός και αφού είπε την αλήθεια, κρίνεται ως ένοχος θανάτου, επειδή τάχα βλασφήμησε. Από ‘κει και πέρα τον φτύνουν στο πρόσωπο, τον χτυπάνε, τον εμπαίζουν με κάθε τρόπο κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας, ως το πρωϊ.
Το βράδυ ψάλλεται στις εκκλησίες ο όρθρος της Μεγάλης Παρασκευής και διαβάζονται τα 12 Ευαγγέλια. Ανάμεσα στο 5ο και το 6ο Ευαγγέλιο ψάλλεται το αντίφωνο «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…» και ο Εσταυρωμένος λιτανεύεται από τους ιερείς. Στις εκκλησίες της Ζακύνθου, η περιφορά του Εσταυρωμένου γίνεται μετά το 11ο Ευαγγέλιο.
Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…
Σήμερον κρεμάται επί ξύλου,
ο εν ύδασι την γην κρεμάσας.
Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται,
ο των αγγέλων βασιλεύς.
Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται
ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις.
Ράπισμα κατεδέξατο,
ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ.
Ήλοις προσηλώθη,
ο Νυμφίος της Εκκλησίας.
Λόγχη εκεντήθη, ο Υιός της Παρθένου.
Προσκυνούμεν σου τα Πάθη, Χριστέ.
Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου Ανάστασιν.
Τα 12 Ευαγγέλια της Μεγάλης Πέμπτης συγκροτούνται κυρίως από περικοπές των Ευαγγελίων του Ιωάννη και του Ματθαίου.
Εν περιλήψει τα 12 Ευαγγέλια: Τελευταίες νουθεσίες του Ιησού στους μαθητές του… «Αγαπάτε Αλλήλους». Ο τελευταίος αποχαιρετισμός. Προσευχή του Ιησού. Προδοσία του από τον Ιούδα. Σύλληψη του Ιησού και μεταφορά του «Από τον Άννα στον Καϊάφα». Δίκη του Ιησού από τους Αρχιερείς. Άρνηση Πέτρου («Πριν αλέκτορα φωνήσαι, τρις απαρνήση με»). Ο Ιησούς ενώπιον του Πιλάτου, στο Πραιτώριο. Προσπάθεια του Πιλάτου να απελευθερώσει τον Κύριο, αλλά εμπρός στην αποφασιστικότητα των Φαρισαίων υποχωρεί. «Βαραβάν ή Χριστόν;» Ο Πιλάτος «Νίπτει τας χείρας του». Ο Ιούδας μεταμελείται και επιστρέφει τα «τριάκοντα αργύρια» στους Αρχιερείς, οι οποίοι τα έβαλαν στον «Κορβανά» (ταμείο του Ναού). Απαγχονισμός Ιούδα. Πορεία του Ιησού προς τον Γολγοθά και Σταύρωσή του με δύο ληστές. Ο Ιησούς αφήνει το πνεύμα επί του Σταυρού. Μεταμέλεια του ενός ληστή, που ζητά από τον Κύριο να τον θυμηθεί στη βασιλεία των Ουρανών. Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ζητά από τον Πιλάτο το Σώμα του για να το θάψει. Ταφή του Ιησού και σφράγιση του Τάφου του από τους Αρχιερείς και Φαρισαίους.
Έθιμα
Την ημέρα αυτή ξεκινούν οι προετοιμασίες στα ελληνικά σπίτια για τον εορτασμό της Ανάστασης. Οι νοικοκυρές ζυμώνουν λαμπροκουλούρες, πλάθουν πασχαλιάτικα κουλουράκια και βάφουν κόκκινα αυγά. Το αυγό συμβολίζει από την αρχαιότητα την ανανέωση της ζωής και το κόκκινο χρώμα το αίμα του Χριστού. Σε κάποια μέρη συνηθίζουν να τοποθετούν το πρώτο κόκκινο αυγό στο εικονοστάσιο του σπιτιού για να ξορκίσουν το κακό.
Στην Πάτμο γίνεται αναπαράσταση του «Μυστικού Δείπνου» στην κεντρική πλατεία της Χώρας, όπου ο ηγούμενος της ιεράς μονής του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου πλένει τα πόδια 12 μοναχών, όπως έκανε και ο Ιησούς με τους μαθητές του.
Στη Σκιάθο, τα παιδιά του νησιού γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι, κρατώντας καλαμένιους σταυρούς στολισμένους με λουλούδια της άνοιξης και τραγουδούν τα κάλαντα της Μεγάλης Παρασκευής.
Στο Λιτόχωρο Πιερίας το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης στολίζονται οι επιτάφιοι, που φτιάχνονται από ανύπαντρες κοπέλες, οι οποίες όλη τη Σαρακοστή φτιάχνουν λουλούδια από ύφασμα.
Στα Κουφονήσια, μετά το τέλος της ακολουθίας των Παθών, οι κάτοικοι συγκεντρώνονται στην εκκλησία και στολίζουν τον Επιτάφιο με άνθη, ενώ μια γυναίκα ψάλλει το «Μοιρολόι της Παναγίας». Οι γυναίκες της περιοχής παραμένουν στην εκκλησία κοντά στον Επιτάφιο μέχρι το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής.
Στη Σίφνο, οι νοικοκυρές ετοιμάζουν τα παραδοσιακά «πουλιά της Λαμπρής» (πασχαλινές κουλούρες σε διάφορα σχήματα ζώων και πουλιών) στολισμένα με κόκκινα αυγά. Κατά την εσπερινή ακολουθία, όταν ο ιερέας διαβάσει το Έκτο Ευαγγέλιο, οι νέοι και οι νέες φεύγουν από την εκκλησία για να ανάψουν τα καντήλια των ξωκλησιών. Επιστρέφουν αργότερα για να στολίσουν τον Επιτάφιο.
(Mε πληροφορίες από το sansimera.gr και το ekklisiaonline.gr)