Οθόνες χωρίς όρια: Πόσες ώρες είναι τελικά «ασφαλείς» για παιδιά και ενήλικες
Η υπερβολική χρήση οθονών έχει γίνει καθημερινότητα, με ειδικούς να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την υγεία.

Η σχέση μας με τις ψηφιακές συσκευές έχει μετατραπεί σε έναν από τους πιο καθοριστικούς παράγοντες της καθημερινότητας. Από την εργασία και την ενημέρωση έως την ψυχαγωγία και την κοινωνική επαφή, η οθόνη έχει εδραιωθεί ως μόνιμος «συνοδοιπόρος». Ωστόσο, όσο η παρουσία της εντείνεται, τόσο πληθαίνουν και οι προειδοποιήσεις των ειδικών για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η ανεξέλεγκτη χρήση στην υγεία και την ποιότητα ζωής.
Το φαινόμενο του συνεχούς scrolling δεν αφορά πλέον μόνο τους νέους. Ενήλικες κάθε ηλικίας παραδέχονται ότι δυσκολεύονται να αποσυνδεθούν, ακόμη και όταν γνωρίζουν πως η υπερβολή επηρεάζει τον ύπνο, τη συγκέντρωση και τις προσωπικές τους σχέσεις. Για τα παιδιά, όμως, το ζήτημα αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα, καθώς οι ψηφιακές συνήθειες που διαμορφώνονται στα πρώτα χρόνια συχνά τα συνοδεύουν σε όλη τους τη ζωή.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι δεν υπάρχει ένα ενιαίο, αυστηρό όριο που να ταιριάζει σε όλους. Η επαγγελματική απασχόληση, οι οικογενειακές ανάγκες και οι εκπαιδευτικές υποχρεώσεις καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τον συνολικό χρόνο μπροστά σε μια οθόνη. Εκείνο που έχει σημασία είναι ο χρόνος προσωπικής, μη απαραίτητης χρήσης. Σε αυτό το πεδίο, η πλειονότητα των επιστημόνων συμφωνεί ότι οι δύο ώρες ημερησίως αποτελούν ένα ανώτατο όριο για να διατηρείται μια στοιχειώδης ισορροπία.
Τα δεδομένα, ωστόσο, δείχνουν μια εντελώς διαφορετική εικόνα. Έρευνα του Institute of Practitioners in Advertising κατέγραψε ότι άτομα άνω των 15 ετών περνούν κατά μέσο όρο 7,5 ώρες την ημέρα σε δραστηριότητες που σχετίζονται με οθόνες, αριθμός πολλαπλάσιος των συστάσεων. Ο ειδικός ψηφιακής ευεξίας Γιαρόν Λίτγουιν επισημαίνει ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ποσοτικό. «Η υπερβολή ξεκινά όταν η χρήση παρεμβαίνει στον ύπνο, στη δουλειά, στις οικογενειακές στιγμές και στις ανθρώπινες σχέσεις», τονίζει, προσθέτοντας πως τότε η τεχνολογία παύει να εξυπηρετεί και αρχίζει να κυριαρχεί.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στις ηλικίες των παιδιών. Οι κατευθυντήριες οδηγίες του Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας διαφοροποιούνται ανάλογα με το στάδιο ανάπτυξης: μηδενική έκθεση πριν από τα 2 έτη (πλην βιντεοκλήσεων), έως μία ώρα ημερησίως για παιδιά 2–5 ετών με εκπαιδευτικό περιεχόμενο και συνπαρακολούθηση, και έως δύο ώρες την ημέρα για ηλικίες 6–17 ετών, εξαιρουμένων των σχολικών υποχρεώσεων. Οι ειδικοί τονίζουν ότι τα όρια αυτά λειτουργούν ως σημείο αναφοράς και όχι ως αυστηρός κανόνας, καθώς κάθε παιδί έχει διαφορετικές ανάγκες.
Στο ίδιο πλαίσιο, έχει αναπτυχθεί και η μέθοδος «3–6–9–12», η οποία προτείνει μια σταδιακή προσέγγιση στην επαφή με τις ψηφιακές συσκευές: καμία οθόνη πριν τα 3, καμία προσωπική συσκευή πριν τα 6, περιορισμένη και ελεγχόμενη χρήση διαδικτύου πριν τα 9 και αποφυγή κοινωνικών δικτύων και συνδεδεμένων συσκευών στο υπνοδωμάτιο πριν τα 12. Σύμφωνα με τους ειδικούς, αυτή η καθυστέρηση βοηθά τον παιδικό εγκέφαλο να ωριμάσει επαρκώς και να αναπτύξει μηχανισμούς αυτορρύθμισης.
Οι επιπτώσεις της υπερβολικής έκθεσης δεν περιορίζονται στη σωματική κόπωση. Προβλήματα όρασης, μυοσκελετικοί πόνοι, διαταραχές ύπνου και αυξημένο άγχος συγκαταλέγονται στις πιο συχνές συνέπειες. Στα παιδιά, η υπερβολική χρήση μπορεί να επηρεάσει την κοινωνική αλληλεπίδραση και την ανάπτυξη γνωστικών δεξιοτήτων, απομακρύνοντάς τα από το παιχνίδι και την άμεση επαφή με το περιβάλλον.
Η παιδιατρική εργοθεραπεύτρια Ολίβια Χόντζες εξηγεί ότι οι οθόνες συχνά λειτουργούν ως μηχανισμός «διαφυγής», προσφέροντας μια αίσθηση ελέγχου και προβλεψιμότητας. Παράλληλα, η απελευθέρωση ντοπαμίνης ενισχύει την επαναλαμβανόμενη χρήση, καθιστώντας δύσκολη τη διακοπή χωρίς εναλλακτικές δραστηριότητες. Όπως επισημαίνει, η απότομη αποστέρηση χωρίς προετοιμασία μπορεί να προκαλέσει έντονη δυσφορία, ιδίως στα παιδιά που δεν έχουν μάθει να διαχειρίζονται μόνα τους τα συναισθήματά τους.
Το συμπέρασμα των ειδικών είναι σαφές: η τεχνολογία δεν είναι εχθρός, αλλά απαιτεί μέτρο. Η υγιής σχέση με τις οθόνες δεν χτίζεται με απαγορεύσεις, αλλά με συνειδητές επιλογές, σωστό παράδειγμα από τους ενήλικες και εναλλακτικές δραστηριότητες που επαναφέρουν την ισορροπία στην καθημερινότητα.






