Οι αρετές αποσκοπούν στην πρόοδο και την ευημερία…
Υπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες η κοινωνική συνείδηση δοκιμάζεται σκληρά. Στιγμές που η Δικαιοσύνη, αντί να λειτουργεί ως καταφύγιο των αδυνάτων, γεννά εύλογη αγωνία, οργή και βαθιά απογοήτευση….
Για να εξέλθει μια χώρα από την παρακμή, οφείλει πρώτα να αποστασιοποιηθεί με θάρρος από ένα ένοχο παρελθόν που γεννά ντροπή και σιωπή. Η λήθη δεν είναι λύση, η επίγνωση και η αυτοκριτική είναι. Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, η κοινωνία οφείλει να επενδύσει στη δημιουργία ενός ελπιδοφόρου αύριο, θεμελιωμένου σε αδιαπραγμάτευτες αρετές. Διότι οι αρετές δεν αποτελούν αφηρημένες ηθικολογίες, αλλά τον μόνο αξιόπιστο δρόμο προς την ευημερία και την κοινωνική συνοχή.
Η αδέκαστη Δικαιοσύνη, η πειθαρχία στους νόμους χωρίς εξαιρέσεις, η φιλαλήθεια απέναντι στα γεγονότα, η τόλμη της ευθύνης, ο φωτισμένος νους και, πάνω απ’ όλα, η ουσιαστική παιδεία, συνιστούν τα αναγκαία θεμέλια για τον μετασχηματισμό της συλλογικής ντροπής σε δημιουργική δύναμη. Χωρίς αυτά, καμία μεταρρύθμιση δεν μπορεί να σταθεί, καμία υπόσχεση δεν μπορεί να πείσει.
Η ιστορική εμπειρία του ελληνικού κράτους δείχνει ότι κυβερνήσεις και πολιτικοί θεσμοί, με ελάχιστες εξαιρέσεις, αποδείχθηκαν συχνά κατώτεροι των περιστάσεων. Η απαξίωση των θεσμών, η ατιμωρησία και οι επαναλαμβανόμενες οικονομικές και θεσμικές εκτροπές υπονόμευσαν την εμπιστοσύνη των πολιτών και τραυμάτισαν το κράτος δικαίου. Ωστόσο, η διαπίστωση αυτή δεν πρέπει να οδηγεί σε παραίτηση.
Όλα μπορούν να αντιστραφούν, αρκεί να υπάρξει πραγματική πολιτική και κοινωνική βούληση. Βούληση για σεβασμό στα θύματα, για προστασία των πιο ευάλωτων, για αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στη Δικαιοσύνη. Βούληση για μια κοινωνία που δεν θα φοβάται να συγκρουστεί με κατεστημένες αντιλήψεις και ισχυρά συμφέροντα, όταν διακυβεύεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Η πρόοδος δεν έρχεται με συμβιβασμούς στην ηθική. Έρχεται μόνο όταν οι αρετές γίνονται πράξη και η Δικαιοσύνη παύει να είναι ζητούμενο και καθίσταται αυτονόητο δικαίωμα όλων και πρωτίστως των πιο αδύναμων.
Γιάννης Η. Κάκανος
Υπαστυνόμος Β’ ε.α.







