Συναγερμός στην κτηνοτροφία: Ευλογιά και πανώλη αφανίζουν το 6% του ζωικού κεφαλαίου!

Η κτηνοτροφία στην Ελλάδα βιώνει μια από τις πιο σκοτεινές περιόδους της, με τις ζωονόσους να αφανίζουν χιλιάδες κοπάδια και να προκαλούν οικονομική ασφυξία στους κτηνοτρόφους

Σε ακόμα ένα «μαύρο» κεφάλαιο στην ιστορία της εγχώρια κτηνοτροφίας εξελίσσεται η εισχώρηση και διασπορά των ζωονόσων αρχικά της πανώλης και εν συνεχεία της ευλογιάς των αιγοπροβάτων.
Έχει οδηγήσει ήδη σε θανάτωση πάνω από 300 χιλιάδες ζώα, επιβαρύνοντας περαιτέρω την βιωσιμότητα του κλάδου.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, από τον Αύγουστο του 2024 μέχρι τις 5 Σεπτεμβρίου 2025 το σύνολο των θανατώσεων από ευλογιά ανέρχεται σε 262.854 ζώα, εκ των οποίων 97.632 συντελέστηκαν το 2024 και 165.222 φέτος.
Σε ό,τι αφορά στις θανατώσεις από την πανώλη, που εξαπλώθηκε στην αιγοπροβατοτροφία κατά την περσινή χρονιά ανήλθαν σε 38 χιλιάδες. Συνολικά σε βάθος 12 μηνών ο αριθμός των νεκρών ζώων από ζωονόσους στα αιγοπρόβατα- που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του εγχώριου ζωικού κεφαλαίου – ανέρχονται σε 300.854.
Ο κτηνοτροφικός κόσμος κάνει λόγο για «τεράστια απειλή» καθώς μέσα σε ένα χρόνο περί το 3,3% του ζωικού κεφαλαίου στα αιγοπρόβατα- με βάση τα στοιχεία ζωικού κεφαλαίου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής- έχει θανατωθεί.
Από πλευράς του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας αναφέρεται ότι το πραγματικό ποσοστό της απώλειας προσεγγίζει το 6% καθώς όπως υποστηρίζει τα πραγματικά παραγωγικά αιγοπρόβατα της Ελλάδας είναι λιγότερα από τα νούμερα της ΕΛΣΤΑΤ και κυμαίνονται στα 5,5 εκατομμύρια.
Αποζημιώσεις
Σε ο,τι αφορά στις αποζημιώσεις ανά ζώο για πανώλη και ευλογιά κυμαίνονται από 250 ευρώ για τα θηλυκά ζώα και 500 ευρώ για τα αρσενικά. Το κόστος αγοράς αιγοπροβάτων στην ποικίλλει σημαντικά ξεπερνώντας τα 300-450 ευρώ για υψηλής γαλακτοπαραγωγής ή κρεατοπαραγωγής καθαρόαιμα ζώα. Σύμφωνα με το ΥπΑΑΤ, μέχρι στιγμής έχουν πληρωθεί 30 εκατ. ευρώ για τις αιτήσεις μέχρι 27/3/2025.
Παράλληλα, έχουν ζητηθεί (με τροποποίηση σχετικής ΚΥΑ στις 6/8/2025) επιπλέον 22 εκατ. ευρώ για την πληρωμή των επόμενων αιτήσεων.
Ταυτόχρονα, όταν ο αρμόδιος οργανισμός ΟΠΕΚΕΠΕ «ξεμπλοκάρει» το μηχανισμό πληρωμών δρομολογείται η πληρωμή περί τα 63 εκατ. ευρώ για τη κάλυψη του κόστους των ζωοτροφών σε όσους κτηνοτρόφους υποχρεώθηκαν να κλείσουν τα ζώα τους σε στάβλους, στο πλαίσιο των μέτρων απαγόρευσης της μεταφοράς ζώων για το περιορισμό της εξάπλωσης των ζωονόσων.
Η αδυναμία εκρίζωσης των ζωονόσων
Η έλλειψη προληπτικών μέτρων στο πλαίσιο των σωστών ελέγχων καθιστά το μέτρο της θανάτωσης ανεξέλεγκτο, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις έχει οδηγήσει μέχρι και στην ολοσχερή καταστροφή ολόκληρων κοπαδιών, επηρεάζοντας τόσο την δυναμική της εγχώριας παραγωγής και της μεταποίησης, με τελικό αποδέκτη των επιπτώσεων τον ίδιο τον καταναλωτή.
Με υποστελεχωμένες κτηνιατρικές υπηρεσίες, με ελλιπή μέτρα βιοπροστασίας στα σύνορα αλλά και στο εσωτερικό της χώρας και με τις απολυμάνσεις για όσους συναναστρέφονται με τις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, να επαφίονται σε υπεύθυνες δηλώσεις απολύμανσης και στην ατομική ευσυνειδησία των εμπλεκομένων, ο κτηνοτροφικός κόσμος υποστηρίζει ότι «δεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική θωράκιση της κτηνοτροφίας».
Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Τσιάρας, συγκαλεί σήμερα το μεσημέρι σύσκεψη με τους περιφερειάρχες για την αντιμετώπιση των ζωονόσων καθώς είναι αναγκαίο να υπάρξει σωστός συντονισμός και συνεργασία μεταξύ πολιτείας, περιφερειών και κτηνοτρόφων για να περιοριστεί η εξάπλωση των ασθενειών.
Αξίζει να επισημανθεί ότι σε ό,τι αφορά τις ζωονόσους που μπορούν να πλήξουν συνολικά το ζωικό κεφάλαιο μιας χώρας υπάρχει συγκεκριμένη ευρωπαϊκή οδηγία που προβλέπει τα βήματα που πρέπει να γίνουν. Όπως και για την πανώλη, έτσι και για την ευλογιά, εφόσον υπάρξει έστω και ένα κρούσμα σε κοπάδι, η οδηγία προβλέπει ότι θανατώνονται όλα τα ζώα. Η εφαρμογή των μέτρων γίνεται μέσω των Περιφερειών, με το ΥπΑΑΤ να δίνει τις κατευθυντήριες γραμμές.
Η ευλογιά πιο περίπλοκη
Η περίπτωση της ευλογιάς χαρακτηρίζεται πιο περίπλοκη έναντι της πανώλης, καθώς ο ιός επιβιώνει έως και έξι μήνες στο περιβάλλον. Σημαντική παράμετρος για την εξάπλωση των ζωονόσων είναι και η κλιματική κρίση, η οποία οδηγεί σε αυξανόμενη ανθεκτικότητα των στελεχών που δυσκολεύουν την ανάσχεσή τους.
Πολλοί κτηνοτρόφοι ζητούν να προωθηθεί ο εμβολιασμός κατά της ευλογιάς, ωστόσο η εν λόγω πρόληψη θεωρείται παρελκυστική από μερίδα της επιστημονικής κοινότητας καθώς εκτιμάται ότι με τον εμβολιασμό τα ζώα αποκτούν αντισώματα για οχτώ χρόνια, με αποτέλεσμα να μην είναι εύκολη μετά η διάγνωση στη περίπτωση που η νόσος διεισδύσει σε αυτά.
Από πλευρά του ο αρμόδιος Υπουργός σχολιάζοντας το ζήτημα του εμβολιασμού το έχει χαρακτηρίσει «επιστημονικό debate» με ανησυχίες και γύρω από τις πιθανές επιπτώσεις στη φέτα τα επόμενα χρόνια.
Έντονη ανησυχία εκφράζει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων για την πορεία της ανεξέλεγκτης διάδοσης της ευλογιάς των αιγοπροβάτων στην χώρα μας υπονομεύοντας την παραγωγή της πρώτης ύλης και επαγωγικά την παραγωγή της φέτας.
Κατά τον ΣΕΒΓΑΠ, την ευθύνη φέρουν όλοι οι εμπλεκόμενοι στην ανεξέλεγκτη διακίνηση ζώων, ζωοτροφών, σφαγίων, και γενικότερα όλων των μέσων μεταφοράς του κινδύνου, δηλαδή του ιού της νόσου, χωρίς να υπακούουν στους αυστηρούς αλλά και αυτονόητους κανόνες πρόληψης.
«Η απαράδεκτη αυτή πρακτική που σήμερα υπονομεύει το μέλλον της κτηνοτροφίας και της παραγωγής σημαντικότατων προϊόντων δεν έχει έρεισμα μόνο στους παρανομούντες αλλά και στις τοπικές αρχές. Ξεκινώντας από τους δήμους έχουμε το ανήκουστο και απαράδεκτο φαινόμενο, οι περισσότεροι δήμοι, να αρνούνται να υποδείξουν σημεία ταφής των θανατωμένων ζωών καθότι ο όγκος τους έχει ξεπεράσει κατά πολύ την δυνατότητα μεταφοράς και διαχείρισης τους ως ζωικών υποπροϊόντων.
Αποτέλεσμα είναι νεκρά η θανατωμένα ζώα να μένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα στα χωράφια και με τα αδέσποτα σκυλιά να μεταδίδουν την ασθένεια στην κυριολεξία παντού» αναφέρει ο Σύνδεσμος προσθέτοντας ότι «από την πλευρά των ελεγκτικών αρχών που ανήκουν στην Περιφέρεια και που θεωρητικά έχουν την κύρια ευθύνη της μη εκτροπής όλων των εμπλεκομένων από τους κανόνες πρόληψης που έχουν εκδοθεί, δυστυχώς κανένας από τους υπαίτιους δεν έχει τιμωρηθεί αυστηρά έτσι ώστε να αποτελέσει αυτό ικανό και αναγκαίο λόγο αποτροπής για τους υπολοίπους».
Τόσο η βιομηχανία όσο και ο κτηνοτροφικός κόσμος κάνει λόγο για σημαντική έλλειψη στο συντονισμό των δράσεων των περιφερειών και των δήμων από το ΥΠΑΑΤ καθώς επίσης και στην μη προώθηση αυστηρότερων νομοθετικών υποχρεώσεων όπως η εγκατάσταση σε όλες ανεξαιρέτως τις κτηνοτροφικές μονάδες, κατάλληλου εξοπλισμού αλλά και πρακτικών βιοασφάλειας, που βοηθούν στην πρόληψη κατά των ζωονόσων.
Στις συμπληγάδες προκλήσεων
Πέρα από την διαχείριση ασθενειών ο εγχώριο κτηνοτροφικός κλάδος βρίσκεται τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στις «συμπληγάδες» του υψηλού λειτουργικού κόστους και της χαμηλής παραγωγικότητας, των περιβαλλοντικών προκλήσεων και των εξελισσόμενων πρακτικών παραγωγής.
Οι προβλέψεις κάνουν λόγο για αυξανόμενη ζήτηση στα κτηνοτροφικά προϊόντα, που καθοδηγείται διεθνώς από την αύξηση του πληθυσμού, τα υψηλότερα εισοδήματα και την αλλαγή των διατροφικών συνηθειών. Ωστόσο οι εγχώριοι κτηνοτρόφοι δεν «απολαμβάνουν» ανάλογες τιμές παραγωγού έναντι με άλλες ευρωπαϊκές αγορές, δεν έχουν ανάλογη
πρόσβαση σε κεφάλαια και στη διαχείριση των επενδύσεων.
Η κτηνοτροφία καθίσταται πλέον μια δραστηριότητα εντάσεως κεφαλαίου, εν μέρει λόγω της εντατικοποίησης που επιβάλλεται στα συστήματα παραγωγής.
Για τον λόγο αυτό, η κρατική στήριξη και η πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις είναι απαραίτητες. Ταυτόχρονα η ανάπτυξη βιώσιμων κτηνοτροφικών πρακτικών, για την εξισορρόπηση της παραγωγικότητας με την περιβαλλοντική διαχείριση αποτελεί ένα κρίσιμο κεφάλαιο για το μέλλον του κλάδου.
Η εγχώρια κτηνοτροφική πολιτική στερείται στρατηγικές βιωσιμότητας ανά είδος εκτροφής και δη στον άξονα της κλιματικής κρίσης που ενέχει σημαντικούς κινδύνους για την κτηνοτροφική παραγωγή, συμπεριλαμβανομένου του θερμικού στρες, της λειψυδρίας και της εξάπλωσης ασθενειών. Εξίσου σημαντικό ζήτημα είναι η έλλειψη εργατικών χεριών, με πολλούς νέους να εγκαταλείπουν την δραστηριότητα.
Συνολικά οι απασχολούμενοι σε όλους τους κλάδους της κτηνοτροφίας – με βάση τα ΑΦΜ- υπολογίζεται σήμερα σε περίπου 130 χιλιάδες. Σύμφωνα με την εισήγηση του κ. Γιάννη Τσιφόρου επιστημονικό συνεργάτη της Gaia Επιχειρείν στο 11ο Συνέδριο της Gaia-Επιχειρείν, η πτώση των τιμών αιγοπρόβειου γάλακτος στη διάρκεια του 2024 είχε ως συνέπεια την αποχώρηση 1870 κτηνοτρόφων από την παραγωγική διαδικασία.
Η δυναμική της εγχώριας κτηνοτροφίας σε αριθμούς
Το σκάνδαλο των αγροτικών επιδοτήσεων αποκαλύπτει μια «δημιουργική λογιστική» για το πληθυσμό του ζωικού κεφαλαίου στην Ελλάδα, ωστόσο με γνώμονα τα στοιχεία της έρευνας της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (σ.σ. τα οποία εκτιμάται ότι είναι μεν δειγματοληπτικά αλλά κινούνται πιο κοντά στην πραγματικότητα) και όχι αυτών που δηλώθηκαν στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης και Ελέγχου η δυναμική της εγχώριας κτηνοτροφίας διαμορφώθηκε το 2024 ως εξής:
Ο αριθμός των προβάτων μειώθηκε κατά 2,8% το 2024 σε 7.774.172 ζώα το 2024 έναντι 7.994.140 ζώων το 2023.
Επίσης, μείωση παρατηρείται στον αριθμό των εκμεταλλεύσεων κατά 2,0% σε 52.640 εκμεταλλεύσεις που εκτρέφουν πρόβατα το 2024 έναντι 53.710 εκμεταλλεύσεων το 2023. Ο αριθμός των αιγών μειώθηκε κατά 9,1% το 2024 σε 2.576.743 ζώα το 2024 έναντι 2.836.064 ζώων το 2023 ενώ μείωση παρατηρείται στον αριθμό των εκμεταλλεύσεων που εκτρέφουν αίγες κατά 6,2% σε 29.967 εκμεταλλεύσεις το 2024 έναντι 31.958 εκμεταλλεύσεων το 2023.
Ο αριθμός των βοοειδών μειώθηκε κατά 6,8% σε 595.153 ζώα το 2024 έναντι 638.822 ζώων το 2023. Αντίστοιχα, μείωση παρατηρείται στον αριθμό των εκμεταλλεύσεων που εκτρέφουν βοοειδή κατά 6,0% σε 9.499 εκμεταλλεύσεις το 2024 έναντι 10.107 εκμεταλλεύσεων το 2023.
Ο αριθμός των χοίρων αυξήθηκε κατά 1,9% σε 786.156 ζώα το 2024 έναντι 771.480 ζώων το 2023, αντίθετα, μείωση κατά 11,1% παρατηρείται το 2024 στον αριθμό των εκμεταλλεύσεων που εκτρέφουν χοίρους σε 4.287 εκμεταλλεύσεις το 2024 έναντι 4.823 εκμεταλλεύσεων το 2023.
Με βάση τα παραπάνω αποτελέσματα των ερευνών ζωικού κεφαλαίου, το 2024 σε σχέση με το 2023 ο αριθμός των βοοειδών ανά εκμετάλλευση μειώθηκε κατά 0,8%, ενώ αντίστοιχο ποσοστό μείωσης κατέγραψε και ο αριθμός προβάτων/εκμετάλλευση. Μεγαλύτερη πτώση της τάξεως του 3,1% κατέγραψε ο αριθμός των αιγών ανά εκμετάλλευση. Αντίθετα αύξηση 14,6% κατέγραψε ο αριθμός των χοίρων ανά εκμετάλλευση.
Σχετικά με τον αριθμό των ορνίθων (σ.σ το κρέας κοτόπουλου καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της εγχώριας παραγωγής) τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ αφορούν το 2023, όταν καταγράφηκαν 3.6346.650 όρνιθες συστηματικών εκτροφέων (+2,3% έναντι του 2022) και 2.159.626 χωρικής εκτροφής (-30,2% έναντι 2022).
Σε επίπεδο όγκου παραγωγής ( με βάση προσωρινά στοιχεία Eurostat – ΕΛΓΟ Δήμητρα Απρίλιος- Μάρτιος 2025) πέρα από το κρέας κοτόπουλου το οποίο αναμένεται να εμφανίσει το 2024 μικρή αύξηση 1,4% σε 275,6 χιλ. τόνους, το πρόσημο για όλα τα άλλα είδη είναι αρνητικό. Συγκεκριμένα, μείωση 11% προβλέπεται στον όγκο παραγωγής χοιρινού κρέατος σε 59,5 χιλ. τόνους, κατά 8% εκτιμάται ότι θα περιοριστεί ο όγκος παραγωγής αιγοπρόβειου σε 57 χιλ. τόνους και κατά 9% στο βόειο σε 32,4 χιλ τόνους.
Συνολικά η αξία της ζωικής παραγωγής το 2024 στην Ελλάδα (με βάση τα προσωρινά στοιχεία Eurostat Μάρτιος 2025) διαμορφώθηκε σε 2,88 δις ευρώ παρουσιάζοντας μείωση 3% σε σχέση με το 2023. Η πτώση αυτή αποδίδεται στη μείωση της αξίας στα ζωικά προϊόντα (ιδιαίτερα στο γάλα) αλλά και στη μείωση της αξίας στα ζώα παραγωγής.
naftemporiki.gr

