Σοβαρές αμφιβολίες του Ιράν για τήρηση κατάπαυσης πυρός από Ισραήλ – Η Τεχεράνη προειδοποιεί για σθεναρή ανταπόδοση

Οι διπλωματικές εντάσεις κλιμακώνονται καθώς το Ιράν εκφράζει δυσπιστία για την εκεχειρία, μετά από 12 ημέρες πολέμου με σφοδρούς βομβαρδισμούς και δεκάδες θύματα
Οι ιρανικές αρχές εξέφρασαν χθες Κυριακή (29/6) σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με την πρόθεση του Ισραήλ να τηρήσει την κατάπαυση του πυρός, η οποία τέθηκε σε ισχύ από τις 24 Ιουνίου, σηματοδοτώντας το τέλος της δώδεκα ημερών ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ των δύο εχθρικών κρατών.
Παράλληλα, η Τεχεράνη διέψευσε τις αναφορές για απειλές κατά της ζωής του γενικού διευθυντή του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ), Ραφαέλ Γκρόσι, μετά από δημοσίευμα ιρανικής εφημερίδας που τον απειλούσε με εκτέλεση αν επισκεπτόταν ξανά το Ιράν, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις στη Δύση.
Η σύγκρουση ξεκίνησε στις 13 Ιουνίου, όταν το Ισραήλ εξαπέλυσε πρωτοφανείς αεροπορικούς βομβαρδισμούς κατά του Ιράν, με στόχο ανώτατους στρατιωτικούς και κορυφαίους επιστήμονες του πυρηνικού προγράμματος της χώρας. Ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου υπερασπίστηκε τη στρατιωτική επιχείρηση, υποστηρίζοντας ότι στόχος ήταν η αποτροπή της απόκτησης πυρηνικών όπλων από την Τεχεράνη, κάτι που το Ιράν αρνείται, τονίζοντας το δικαίωμά του σε ειρηνική χρήση πυρηνικής ενέργειας.
Ο αρχηγός του γενικού επιτελείου εθνικής άμυνας του Ιράν, Αμπντουλραχίμ Μουσαβί, τόνισε ότι το Ιράν «δεν ξεκίνησε αυτόν τον πόλεμο», αλλά απάντησε στα πλήγματα με όλες τις δυνάμεις του. Παρά την ενεργοποίηση της κατάπαυσης πυρός την περασμένη Τρίτη, η Τεχεράνη εκφράζει αμφιβολίες για τη δέσμευση του Ισραήλ και προειδοποιεί για «σθεναρή ανταπόδοση» σε περίπτωση παραβίασης της συμφωνίας.
Οι ΗΠΑ, σύμμαχος του Ισραήλ, συμμετείχαν ενεργά στις επιθέσεις, βομβαρδίζοντας κρίσιμες πυρηνικές εγκαταστάσεις της Ισλαμικής Δημοκρατίας στις 22 Ιουνίου. Σε απάντηση, το Ιράν ζήτησε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να θεωρήσει το Ισραήλ και τις ΗΠΑ υπεύθυνους για την έναρξη της σύγκρουσης και να επιβάλει την καταβολή αποζημιώσεων.
Ο Ντόναλντ Τραμπ απείλησε με περαιτέρω στρατιωτικές ενέργειες αν το Ιράν εμπλουτίσει ουράνιο σε επίπεδα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην κατασκευή πυρηνικών όπλων, παρά το γεγονός ότι η Ισλαμική Δημοκρατία παραμένει η μοναδική χώρα που εμπλουτίζει ουράνιο σε επίπεδο 60%, πολύ πάνω από το συμφωνημένο όριο 3,67% του 2015, από το οποίο όμως οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν μονομερώς το 2018.
Μετά την ενεργοποίηση της κατάπαυσης, το Ιράν αρνήθηκε την επίσκεψη του ΔΟΑΕ στις βομβαρδισμένες εγκαταστάσεις, καταγγέλλοντας «κακόβουλες προθέσεις» από τον Ραφαέλ Γκρόσι. Ακραιφνείς ιρανικές εφημερίδες προχώρησαν σε σφοδρές επιθέσεις εναντίον του, κατηγορώντας τον για κατασκοπεία και συνεργασία με τη Μοσάντ.
Η γερμανική και η αργεντίνικη διπλωματία καταδίκασαν τις απειλές εναντίον του Γκρόσι, ενώ και ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μάρκο Ρούμπιο χαρακτήρισε απαράδεκτη την στάση αυτή.
Κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών, το Ιράν συνέλαβε δεκάδες ανθρώπους με την κατηγορία της κατασκοπείας υπέρ του Ισραήλ και προχώρησε σε κατάσχεση drones και όπλων. Επιπλέον, το ιρανικό κοινοβούλιο ενέκρινε την απαγόρευση της χρήσης ορισμένων τηλεπικοινωνιακών μέσων, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε δορυφορικό διαδίκτυο μέσω του συστήματος Starlink του Ίλον Μασκ.
Οι επιθέσεις του Ισραήλ περιλάμβαναν και τη φυλακή Εβίν της Τεχεράνης, όπου σε βομβαρδισμό της 23ης Ιουνίου σκοτώθηκαν 71 κρατούμενοι, ανάμεσά τους αλλοδαποί και άτομα με διπλή υπηκοότητα. Παρά ταύτα, δύο Γάλλοι κρατούμενοι που βρισκόταν εκεί χαρακτηρίζονται «όμηροι» από τη γαλλική κυβέρνηση.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, τα θύματα των ισραηλινών βομβαρδισμών στο Ιράν ανέρχονται σε τουλάχιστον 627 νεκρούς και 4.900 τραυματίες, ενώ οι ιρανικές επιθέσεις αντιποίνων έχουν στοιχίσει τη ζωή σε 28 άτομα στο Ισραήλ.
Η συνεχιζόμενη σύγκρουση, με ένταση πρωτοφανούς κλίμακας, θεωρείται από ειδικούς ως πιθανό σημείο καμπής που θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα προσέγγιση για την επίλυση των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή, καλύπτοντας όχι μόνο τη Γάζα αλλά και τις εντάσεις μεταξύ Ισραήλ, Λιβάνου και Συρίας.

