Αλεξάνδρα Θεοχάρη: Η γυναίκα που έδωσε νέα πνοή στην υφαντική με το Brand KLOTHO – «Είμαι χαρούμενη που ζω στην Κρήτη»

«Γεννήθηκα, μεγάλωσα και σπούδασα στη Θεσσαλονίκη, όμως η σχέση μου με την Κρήτη υπήρχε ανέκαθεν, γιατί η μητέρα μου είναι Κρητικιά, Ρεθεμνιώτισσα. Η σχέση αυτή ξεκίνησε σχεδόν ταυτόχρονα με τη γέννησή μου γιατί είχαμε στο νησί γιαγιάδες, παππούδες, ξαδέρφια κι ερχόμασταν κάθε Πάσχα.
Έχω έντονες μνήμες και μια έντονη σύνδεση με το νησί, λόγω της μητέρας μου. Αυτός ήταν και ο λόγος που επέλεξα να έρθω στο Ρέθυμνο όταν διορίστηκα στην εκπαίδευση. Αγαπούσα το Ρέθυμνο. Αγαπούσα την Κρήτη.
Ήταν κομμάτι της ζωής μου, κομμάτι της ζωής της οικογένειάς μου. Οπότε, ήταν μια πολύ φυσική επιλογή όταν έπρεπε να φύγω από τη Θεσσαλονίκη κι αφού είχα τελειώσει τις σπουδές μου στην Αγγλική Φιλολογία για να εργαστώ.
Διορίστηκα στα Ανώγεια κι έζησα τον πρώτο χρόνο εκεί μόνη μου. Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά ξαναπηγαίνω στα Ανώγεια γιατί κάνουμε μαθήματα υφαντικής σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, σε ένα πρόγραμμα αναβίωσης της τέχνης της υφαντικής. Με τα Ανώγεια έχω ένα παραπάνω συναισθηματικό δέσιμο.
Στην Κρήτη γνώρισα τον άντρα μου, παντρευτήκαμε, κάναμε οικογένεια, κάναμε τέσσερα παιδιά», αφηγείται στο ΒΗΜΑ η Αλεξάνδρα Θεοχάρη, ιδρύτρια του brand KLOTHO το οποίο συνδυάζει τη μακραίωνη τέχνη της ύφανσης με το σύγχρονο design.
Ερχόμενη στην Κρήτη -και παράλληλα με τη διδασκαλία στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση- ξεκίνησε ένα μεταπτυχιακό στην Ιστορία της Τέχνης. Κατά τη διάρκεια των σπουδών της ήρθε σε επαφή με πολύ σημαντικούς ανθρώπους της τέχνης.
«Είχαμε την τύχη να έχω να έχουμε πολύ σημαντικούς καθηγητές. Ο Νίκος Χατζηνικολάου ήταν υπεύθυνος του μεταπτυχιακού προγράμματος και η τότε διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, η Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα, ήταν καθηγήτριά μας. Κάναμε πολύ συχνές επισκέψεις στην Αθήνα, σε εργαστήρια καλλιτεχνών, στα εργαστήρια της Εθνικής Πινακοθήκης. Μπήκαμε στις αποθήκες της και μας έδειξε ακόμη και έργα του Γκρέκο.
Τη φέρνω στο μυαλό μου ως μια πολύ ωραία περίοδο της ζωής μου, γεμάτη τέχνη και έμπνευση». Μέσα από αυτή τη διαδικασία συνειδητοποίησε πόσο μεγάλη επιρροή μπορεί να έχει η τέχνη στη ζωή μας και πόσο μπορεί να ομορφύνει τον κόσμο μας μέσω αυτής.
Η Αλεξάνδρα ήταν πια πεπεισμένη ότι η τέχνη είναι μια διέξοδος για μια πιο όμορφη ζωή. Και μπορεί η επίγνωση να ήρθε εκείνα τα πρώτα χρόνια στο νησί, η απόφαση όμως να ξεκινήσει το brand της χρειάστηκε χρόνια μπολιάσματος.
«Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά ξαναπηγαίνω στα Ανώγεια γιατί κάνουμε μαθήματα υφαντικής σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής».
Κλείνοντας τον κύκλο της εκπαίδευσης, σειρά είχε η αφιέρωση χρόνου σε όσα της έδιναν χαρά. «Τα χόμπι μου ήταν κυρίως πράγματα που αφορούσαν το χειροποίητο. Μου άρεσε πάντα οτιδήποτε μπορείς να φτιάξεις με τα χέρια σου.
Ίσως επειδή είχα και πολλά ερεθίσματα και πολλές εικόνες από τις δύο γιαγιάδες μου και από τη μητέρα μου, οι οποίες κεντούσαν, έπλεκαν. Μου έχουν αφήσει καταπληκτικά πράγματα. Τις θυμάμαι με πολλή αγάπη να τα φτιάχνουν και να τα καμαρώνουν και να μου τα δίνουν».
Ανάμεσα σε αναμνήσεις και νέες αναζητήσεις, μπήκε στη ζωή της η υφαντική. Ή μάλλον ξαναμπήκε, γιατί θυμόταν πολύ καθαρά τη γιαγιά της καθισμένη στον αργαλειό της στο σπίτι της Κρήτης. «Βρέθηκα σ ένα εργαστήριο υφαντικής. Είδα έναν αργαλειό, ο οποίος δούλευε κι έφτιαχνε πολύ ωραία υφάσματα που προορίζονταν για ιερατικά άμφια σε ένα μοναστήρι εδώ στο Ρέθυμνο.
Όλο αυτό μου κέντρισε την περιέργεια και τελικά με κέρδισε. Ίσως γιατί η υφαντική είναι μια πολύπλευρη τέχνη, μια πολυδιάστατη τέχνη με πολλές διαφορετικές πτυχές. Κάθε αργαλειός, κάθε τελάρο μπορεί να φτιάξει κάτι διαφορετικό. Την αγάπησα από την αρχή την υφαντική.
Δεν είχα δικό μου αργαλειό και πήγαινα για να μάθω από τις καλόγριες στο μοναστήρι της Αγίας Ειρήνης (Ρουσσοσπίτι) στο Ρέθυμνο. Μάθαινα πατρόν σε μια ιδιωτική σχολή και οι καλόγριες με μεγάλη προθυμία μού έφτιαχναν όποιο ύφασμα ήθελα.
Μου σύστησαν μάλιστα και υφάντρες στο Ηράκλειο, με τις οποίες ακόμα συνεργάζομαι. Έφτιαξα τα τρία πρώτα ρούχα. Στιγμή για ‘μενα μαγική και ταυτόχρονα ένα άθλος. Να ξεκινήσω από το μηδέν και να καταλήξω να φτιάχνω ρούχα με ωραία χειροποίητα στοιχεία, με κεντήματα, με διακοσμητικά που τα είχα επιλέξει από λευκώματα μουσείων. Καμάρωνα πάρα πολύ». Έκανε μια μικρή έρευνα και είπε «θα το τολμήσω».
Το 2017 γεννιέται το KLOTHO. «Πήρα τον πρώτο μου αργαλειό, τον έστησα εδώ στο εργαστήριό μου, το οποίο παραμένει από την πρώτη ημέρα μέχρι σήμερα στο Ρέθυμνο. Τότε είχα έναν αργαλειό.
Τώρα έχω τέσσερις μεγάλους και τέσσερις μικρούς. Βρήκα μια κοπέλα που ήξερε να υφαίνει, είχε μάθει κι αυτή σε μοναστήρι όταν ήταν μικρή και έκτοτε δουλεύουμε μαζί. Έφτιαξα την ομάδα μου και κάπως έτσι ξεκίνησα να φτιάχνω το δικό μου ύφασμα.
Θελήσαμε να προβάλλουμε την τέχνη της υφαντικής, μια τέχνη που είχε μείνει για αρκετά χρόνια στην αφάνεια. Παλιότερα δεν υπήρχε σπίτι (και) στην Κρήτη που να μην έχει τον αργαλειό του για να φτιάχνει τα απαραίτητα.
Είπα ότι «θέλω να προσπαθήσω και δώσω ξανά νέα ζωή στα υφαντά, μια νέα ματιά πιο σύγχρονη, πιο φρέσκια»». Η Κρήτη ήταν και παραμένει πηγή έμπνευσης για την Αλεξάνδρα. Παρά τις δυσκολίες που μπορεί να προκύπτουν για το brand από την απόσταση από την Αθήνα, η Αλεξάνδρα δεν θα άλλαζε τίποτα.
«Είμαι χαρούμενη που ζω στην Κρήτη, ένα νησί με φοβερή ενέργεια, με πολλά πρόσωπα. Με τα όμορφά και με τα στραβά του, όπως κάθε τόπος. Ένα νησί που σε καλεί να επιστρέψεις και που όσες φορές και να έρθεις πάντα ανακαλύπτεις κάτι καινούργιο».

