Ο χωροφύλακας που έγινε τραγούδι καταγγελίας από τον Μίκη Θεοδωράκη
Το άγνωστο φιλμ από την εξορία της Ζάτουνας
Οκτώβριος 1968. Συνεργείο της γερμανικής τηλεόρασης καταγράφει κρυφά τον Μίκη Θεοδωράκη στην εξορία του στη Ζάτουνα Αρκαδίας. Στο φιλμ φαίνεται ο συνθέτης, περικυκλωμένος από χωροφύλακες, που αντιδρούν στην εμφάνιση της κάμερας.
Οι ένστολοι απωθούν τους Γερμανούς δημοσιογράφους, που ρωτούν για τον Μίκη. Δείχνουν ενοχλημένοι, όμως γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να αντιδράσουν πιο έντονα για να μην εκθέσουν διεθνώς το στρατιωτικό καθεστώς της 21ης Απριλίου.
Οι Γερμανοί όμως δεν κλείνουν τις κάμερες. Κινηματογραφούν μυστικά τον Θεοδωράκη, ο οποίος τους χαμογελά και τους καλεί να καθίσουν μαζί του. Καταγράφουν ακόμα τη γυναίκα Μυρτώ και τα δύο μικρά παιδιά του, Μαργαρίτα και Γιώργο, που τον συνοδεύουν στην εξορία της Ζάτουνας.
Κατά την 14μηνη εξορία του στο μικρό αρκαδικό χωριό, οι χωροφύλακες είχαν γίνει σκιά του Έλληνα συνθέτη. Απόδειξη στη σημασία που έδινε το χουντικό καθεστώς στο πρόσωπο του Μίκη αποτελεί ο μεγάλος αριθμός φρουρών που διέθεσε για το περιορισμό του. Ένας από αυτούς, 11 μήνες αργότερα, έγινε τραγούδι καταγγελίας από τον οργισμένο Θεοδωράκη. Η ιστορία πήρε άλλη διάσταση στην μεταπολίτευση, όταν οι ρόλοι θα αντιστράφηκαν. Το 1975 ο Μίκης Θεοδωράκης, εμφανίστηκε μπροστά σε μέγα πλήθος στην Ελευσίνα και τραγούδησε για τον άγριο χωροφύλακα:
Επάγγελμά του είναι ο θάνατος, διασταύρωση Νεάντερνταλ και λύκου
Η ιστορία του χωροφύλακα που έγινε τραγούδι από τον Μίκη
Η αντιστροφή των ρόλων έγινε με κινηματογραφικό τρόπο γιατί ανάμεσα στους θεατές ήταν και ο συγκεκριμένος χωροφύλακας, που όπως εξιστορείται έφυγε ταπεινωμένος.
Το «Ονομάζομαι Κώστας Στεργίου» συμπεριλαμβάνεται στον προτελευταίο κύκλο των συλλογών «Αρκαδίες», στην «Αρκαδία Χ». Είναι από τα τελευταία έργα που συνέθεσε ο Θεοδωράκης στην Ζάτουνα και παραμένουν μέχρι σήμερα ακυκλοφόρητα.
Σε ένα από τα ημερολόγια που κρατούσε κατά την τριετία 1967-1970, ο συνθέτης εξιστορεί ποιος ήταν ο Κώστας Στεργίου. Την 21η Σεπτεμβρίου του 1969, η οικογένεια του Θεοδωράκη έλαβε εντολή να εγκαταλείψει την Ζάτουνα και να επιστρέψει στο σπίτι στην Αθήνα. Έπειτα, ο συνθέτης θα μεταφερόταν στις φυλακές του Ωρωπού. Τις τελευταίες στιγμές με τη γυναίκα του, Μυρτώ, οι φύλακες τον άφησαν να τις περάσει στο καφενείο του χωριού, όπως αναφέρει η mixanitouxronou.gr.
Κάποια στιγμή, κατέφτασε ένας υπαξιωματικός με μοτοσικλέτα. Τον προειδοποίησε ότι το επόμενο πρωί θα γινόταν εξονυχιστικός έλεγχος στο σπίτι. Το ίδιο βράδυ, η οικογένεια Θεοδωράκη έμεινε ξάγρυπνη. Έκανε το σπίτι «φύλλο και φτερό», κρύβοντας και πετώντας καθετί μπορούσε να θεωρηθεί μεμπτό.
Πράγματι, περί τις 9 το πρωί της 22 Σεπτέμβρη του 1969, ο υπομοίραρχος Κώστας Στεργίου άνοιξε την πόρτα της οικίας. Ο αξιωματικός, που φημιζόταν για την σκληρότητά του, έκλεισε τον συνθέτη στην κουζίνα και ξεκίνησε να ψάχνει τους υπόλοιπους χώρους του σπιτιού.
Παράλληλα, διενέργησε σωματικό έλεγχο στη γυναίκα και τα παιδιά. Φυσικά, από την κουζίνα ο Μίκης Θεοδωράκης δεν μπορούσε να κάνει πολλά. Άκουγε μόνο τις φωνές και τις διαμαρτυρίες των δικών του. Όπως περιγράφει στο ημερολόγιο, όσο τα λεπτά περνούσαν, η οργή τον κυρίευε. Λίγη ώρα αργότερα, ο Στεργίου μπήκε στην κουζίνα και του ανακοίνωσε ότι δεν θα τον άφηνε να χαιρετήσει την οικογένειά του. Στο βάθος, η Μυρτώ ήταν με δάκρυα στα μάτια. Οι χωροφύλακες έβαζαν τα παιδιά με το ζόρι στο αυτοκίνητο. Και ο Στεργίου να δείχνει να το απολαμβάνει.
Μόλις έφυγαν, ο συνθέτης άρπαξε μία χαρτοπετσέτα και αποφάσισε να εκτονώσει τον θυμό του σε στίχους. Έτσι γεννήθηκε το «Ονομάζομαι Κώστας Στεργίου».
Ο Κώστας Στεργίου ακούει το τραγούδι του Το ίδιο βράδυ, ο Θεοδωράκης μελοποίησε τους στίχους του στο πιάνο. Έπειτα κάλεσε τους φρουρούς και το τραγούδησε μπροστά τους. Από τα βλέμματά τους κατάλαβε ότι ο Στεργίου δεν ήταν ιδιαίτερα αγαπητός ούτε στις τάξεις της Χωροφυλακής.
Παρόλα αυτά, ο Μίκης Θεοδωράκης δεν θέλησε να το ηχογραφήσει ποτέ. Δημόσια, το τραγούδι έχει εκτελεστεί ελάχιστες φορές. Το ερμήνευσε για πρώτη φορά ο ίδιος ο συνθέτης σε συναυλία στο Μενίδι λίγους μήνες μετά την πτώση της Χούντας.
Σε άλλη συναυλία, την ίδια χρονιά στην Ελευσίνα, λέγεται ότι στο κοινό βρέθηκε ο Κώστας Στεργίου. Μόλις άκουσε το κομμάτι, αποχώρησε.
Οι στίχοι του ποιήματος
Ονομάζομαι Κώστας Στεργίου
προέρχομαι από τους Βησιγότθους
Οστρογότθους, Μαυρογότθους.
Κατοικώ σε σπήλαια
λαξεύω ρόπαλα
πίνω νερό σε κρανία.
Επάγγελμά μου ο θάνατος.
Όμως προσωρινώς υπηρετώ
το μεγάλο Δράκο
που με έχει αποσπάσει στην Αρκαδία.
Πάνω απ’ το δέρμα μου
φορώ στολή
στους ώμους έχω αστέρια,
κρύβω το ρόπαλο επιμελώς
μέσα στη χλαίνη.
Ονομάζομαι Κώστας Στεργίου
προέρχομαι από τους Μαμελούκους
Μαυρολούκους, Σουσουλούκους
είμαι διασταύρωση Νεάντερνταλ και λύκου.
Όμως σήμερα, προσωρινώς,
κυκλοφορώ με τζιπ,
τρομοκρατώ παιδιά και γυναίκες.
Έχω ειδικότητα στο ψάξιμο
ψάχνω ψυχές παιδιών
και σταλάζω το φόβο
επιβάλλω το Νόμο το Νόμο
του μεγάλου Δράκου
που μ’ έχει αποσπάσει προσωρινώς
στην Αρκαδία.
Δείτε το φιλμ της γερμανικής τηλεόρασης με τον Μίκη Θεοδωράκη και τους χωροφύλακες στην Ζάτουνα: