Νερό: Δημόσιο αγαθό ή εμπόρευμα;
Την Δευτέρα 13 Μαρτίου ολοκληρώθηκε η διαδικασία των συζητήσεων στις επιτροπές της Βουλής για το νομοσχέδιο με θέμα τον μετασχηματισμό της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας.
Με την πρόφαση της αναγκαιότητας ολοκλήρωσης των προαπαιτουμένων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, τα οποία η ίδια η κυβέρνηση είχε εισηγηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο κ. Σκρέκας εισάγει αλλαγές που επί της ουσίας συρρικνώνουν την αρμοδιότητα των ΟΤΑ επί της διαχείρισης των απορριμμάτων, ακυρώνουν την προοπτική ανάπτυξης των ενεργειακών κοινοτήτων και επεκτείνουν τις πολιτικές απαξίωσης των ευαίσθητων οικοσυστημάτων στη χώρα μας. Πάνω από όλα όμως, μεταξύ των ρυθμίσεων αυτού του νομοσχεδίου ξεχωρίζει η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της ΡΑΕ με τέτοιο τρόπο ώστε να περιλαμβάνονται σε αυτές και το νερό.
Σκοπός της κυβέρνησης είναι η διαμόρφωση εκείνου του θεσμικού περιβάλλοντος που θα επιτρέψει την λειτουργία των φορέων που διαχειρίζονται το νερό στην χώρα μας με αυστηρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Ο ίδιος ο Υπουργός ανέφερε επανειλημμένα στις επιτροπές της Βουλής ότι η ιδιωτικοποίηση των εταιριών ύδρευσης δεν περιλαμβάνονται στις στοχεύσεις του νομοσχέδιου, ωστόσο είναι σαφές από το περιεχόμενο του, ότι βασικός στόχος είναι η λειτουργία των ΔΕΥΑ με όρους ιδιωτικού τομέα και η υφαρπαγή της αρμοδιότητας επί αυτών από τις τοπικές κοινωνίες. Μέσα από την μεταφορά της αρμοδιότητας για τα ύδατα στην ΡΑΕ οι εταιρίες ύδρευσης θα είναι υποχρεωμένες να λαμβάνουν την επικύρωση της ανεξάρτητης αρχής για την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν και να καταθέτουν το σχέδιο επενδύσεων τους, όπως κάνουν και οι διαχειριστές του δικτύου στην ηλεκτρική ενέργεια, προς έγκριση από την αρχή.
Η κρίσιμη παράμετρος εδώ είναι ότι ο ρυθμός των επενδύσεων θα επιβάλλεται από την ανεξάρτητη αρχή την ώρα που οι ΔΕΥΑ θα είναι αποστερημένες από πόρους. Άρα τί επιλογές θα έχουν; Πρώτον θα μπορούν να αυξάνουν το κόστος του νερού προς τους πολίτες τους για να χρηματοδοτήσουν τις επενδύσεις τους. Δεύτερον, θα μπορούν να κάνουν συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για την κατασκευή τους, η αποπληρωμή των οποίων όμως και θα εναπόκειται στην μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση τους από τα δημοτικά τέλη. Και, τρίτον, θα μπορούν να πληρώνουν τις επενδύσεις από τα αποθεματικά τους την ώρα που η κυβέρνηση σπεύδει με κανονιστικό τρόπο να διασφαλίσει ότι οι εταιρείες ύδρευσης που έχουν σήμερα αποθεματικό πρέπει το συντομότερο δυνατόν να τα μειώσουν.
Τα παραπάνω ισχύουν για τις βιώσιμες εταιρείες ύδρευσης της χώρας. Για τις μη-βιώσιμες η απάντηση του κυρίου Σκρέκα είναι η συρρίκνωση του κόστους λειτουργίας τους μέσα από οικονομίες κλίμακας που θα επιτευχθούν με την συγχώνευση ανάλογων επιχειρήσεων με όμορους δήμους. Άρα, πέρα από την εκτινάξη του κόστους ζωής για τους πολίτες και του κόστους παραγωγής για τους αγρότες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το σχέδιο νόμου αποτελεί αντικειμενικά ένα νόμο ενάντια στην τοπική αυτοδιοίκηση. Ο κάθε επί μέρους ΟΤΑ θα αδυνατεί να ορίζει τα του οίκου του καθώς οι εταιρείες ύδρευσης θα κατευθύνεται από την ΡΑΕ για την διαχείριση τόσο των δημοτικών τελών όσο και των μελλοντικών τους επενδύσεων. Ενώ στην άκρη του τούνελ θα βρίσκεται και η υφαρπαγή τους μέσα από τις δυνητικές τους συγχωνεύσεις.
Η δημιουργία ενός φορέα με διοικητική αυτοτέλεια που θα ελέγχει τα υδάτινα αποθέματα της χώρας και θα αρθρώνει πολιτική για την μείωση της απώλειας υδάτων από το σύστημα μεταφοράς προς του τελικούς καταναλωτές ήταν μέρος της ευρωπαϊκής Οδηγίας για τα νερά. Η ευρωπαϊκή αυτή απαίτηση, όμως, είχε πλήρως ικανοποιηθεί μέσα από την δημιουργία της Ειδικής Γραμματείας Υδάτων από την προηγούμενη κυβέρνηση. Ειδική Γραμματεία που η σημερινή κυβέρνηση κατήργησε με τις πρώτες της κιόλας πράξεις και εκ των υστέρων ανακάλυψε την ύπαρξη μιας συστάδας λειτουργιών που δεν επιτελούταν από κανένα φορέα του δημοσίου. Έτσι ο κύριος Σκρέκας, σήμερα, έρχεται να παρουσιάσει το σημερινό νόμο ως απάντηση στα προβλήματα που η ίδια η κυβέρνηση δημιούργησε.
Τα παραδείγματα των χωρών που αποπειράθηκαν να διαχειριστούν τα υδάτινα αποθέματα της χώρας τους με χρηματοοικονομικά κριτήρια μιλούν εύγλωττα. Είναι γνωστό, παραδείγματος χάρη, το παράδειγμα του Παρισιού που το κόστος του νερού αυξήθηκε κατά 260% από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 μέχρι και το 2013 όπου και οι εταιρείες ύδρευσης επαναδημοτικοποιήθηκαν. Άρα το ερώτημα που τίθεται για την ελληνική κοινωνία εν όψει και των επερχόμενων εκλογών είναι απλό: Θέλουμε το νερό να είναι εμπόρευμα ή πιστεύουμε ότι είναι συλλογικό δημόσιο αγαθό; Η Νέα Δημοκρατία με σαφήνεια δίνει την πρώτη απάντηση ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ την δεύτερη.